Τα Χριστούγεννα είναι παράξενα. Δεν με ενοχλεί ο στρουμπουλός Coca-Cola Άγιος, ούτε το βόρειο-ευρωπαϊκής, παγανιστικής προέλευσης Έλατο και θεωρώ γραφικούς όσους στολίζουν καραβάκι. Δεν με ενοχλεί η γαλλοθρεμμένη γαλοπούλα που αγοράσαμε χθες, δε με ενοχλούν τα Sant-aσματα που κατακλύζουν τα ραδιόφωνα αυτές τις ημέρες. Δεν με ενοχλεί η media-κη απαίτηση για χιόνι, αλλά αυτό που με τσακίζει είναι ότι το "πνεύμα" τους, έστω και μεταμφιεσμένο, διαχύθηκε σε όλο το έτος και καθόρισε τις ζωές μας. Αναφέρομαι στις ζωές των ανθρώπων που μεγάλωσαν χωρίς, κάποιος να τους προειδοποιήσει έστω, ότι μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως κομπάρσοι, ως παράπλευρες απώλειες και ότι μπορεί να υποχρεωθούν στο γιορτινό τραπέζι να παίξουν το ρόλο του κοριτσιού με τα σπίρτα.
Αντιστάθηκα και δεν μπήκα στη διαδικασία να ανατρέξω στις λεπτομέρειες της συγκινητικής "Χριστουγεννιάτικης" ιστορίας. Θυμάμαι όμως, ένα κόκκινο ζεστό δωμάτιο, ένα στρωμένο τραπέζι και έξω στην παγωνιά ένα πολύ όμορφο ξανθό κοριτσάκι να παραμένει ακίνητα γερμένο στην πόρτα του σπιτιού. Αν και το παραμύθι ήταν σαφέστατο, το κοριτσάκι πεθαίνει, αν και ο δάσκαλος είχε διαβεβαιώσει για το μοιραίο, είχα αρνηθεί πεισματικά να το πιστέψω και πολλά χρόνια πριν το Βούρο, είχα αποφασίσει ένα διαφορετικό φινάλε.
Παραμυθιάστηκα!
Αυτό ίσως να μην ήταν κακό εάν δεν συνέχιζα να το κάνω και στην υπόλοιπη πορεία της ζωής μου και μαζί με μένα, τουλάχιστον δύο ολόκληρες γενιές. Αναφέρομαι όμως, κυρίως στη γενιά που μεγάλωσε στην Ελλάδα του πρώιμου ΠΑΣΟΚ, που βίωσε ως στιγμιαία θλίψη τις ουρές των Σοβιετικών έξω από το πρώτο Μοσχοβίτικο Mac Donald, ένιωσε ως παρένθεση την τριετία Μητσοτάκη, θεωρούσε δεδομένες τις καλοκαιρινές διακοπές και την έμμισθη εργασία, πρόλαβε να ταξιδέψει στο εξωτερικό, εντυπωσιάστηκε με τα βεγγαλικά στα εγκαίνια του ...μακέτου. Αναφέρομαι στη γενιά που δέχθηκε δώρα και έδωσε χαρά στον παππού και πίστεψε σε μία σειρά μύθους: ότι η λογοκρισία για παράδειγμα τελείωσε με την ΥΕΝΕΔ, πίστεψε στη σύγκλιση, ότι οι κυβερνήσεις εκλέγονται, στους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην "αέναη" ανάπτυξη, στα Χριστούγεννα!
Στη γενιά που γαλουχήθηκε από το "πνεύμα" τους, γέμισε ψευδαισθήσεις και τώρα επιστρέφει στο πατρικό με σκυμμένο κεφάλι, κρύβει τα πτυχία της, βιώνει τους μαυραγορίτες, σπάει μπροστά στο άδειο βλέμμα του ηλικιωμένου που δεν του επέτρεψαν να πληρώσει το χαράτσι σε δόσεις. Στη γενιά που παρακολουθεί αμήχανη ένα τεράστιο σφουγγάρι να σβήνει τη ζωή της, συνειδητοποιεί το ρόλο της στην ιστορία, δεν βρίσκει θέση στο τραπέζι και ψάχνει το τελευταίο της σπίρτο.
Ελληνοφρένεια
Αντιστάθηκα και δεν μπήκα στη διαδικασία να ανατρέξω στις λεπτομέρειες της συγκινητικής "Χριστουγεννιάτικης" ιστορίας. Θυμάμαι όμως, ένα κόκκινο ζεστό δωμάτιο, ένα στρωμένο τραπέζι και έξω στην παγωνιά ένα πολύ όμορφο ξανθό κοριτσάκι να παραμένει ακίνητα γερμένο στην πόρτα του σπιτιού. Αν και το παραμύθι ήταν σαφέστατο, το κοριτσάκι πεθαίνει, αν και ο δάσκαλος είχε διαβεβαιώσει για το μοιραίο, είχα αρνηθεί πεισματικά να το πιστέψω και πολλά χρόνια πριν το Βούρο, είχα αποφασίσει ένα διαφορετικό φινάλε.
Παραμυθιάστηκα!
Αυτό ίσως να μην ήταν κακό εάν δεν συνέχιζα να το κάνω και στην υπόλοιπη πορεία της ζωής μου και μαζί με μένα, τουλάχιστον δύο ολόκληρες γενιές. Αναφέρομαι όμως, κυρίως στη γενιά που μεγάλωσε στην Ελλάδα του πρώιμου ΠΑΣΟΚ, που βίωσε ως στιγμιαία θλίψη τις ουρές των Σοβιετικών έξω από το πρώτο Μοσχοβίτικο Mac Donald, ένιωσε ως παρένθεση την τριετία Μητσοτάκη, θεωρούσε δεδομένες τις καλοκαιρινές διακοπές και την έμμισθη εργασία, πρόλαβε να ταξιδέψει στο εξωτερικό, εντυπωσιάστηκε με τα βεγγαλικά στα εγκαίνια του ...μακέτου. Αναφέρομαι στη γενιά που δέχθηκε δώρα και έδωσε χαρά στον παππού και πίστεψε σε μία σειρά μύθους: ότι η λογοκρισία για παράδειγμα τελείωσε με την ΥΕΝΕΔ, πίστεψε στη σύγκλιση, ότι οι κυβερνήσεις εκλέγονται, στους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην "αέναη" ανάπτυξη, στα Χριστούγεννα!
Στη γενιά που γαλουχήθηκε από το "πνεύμα" τους, γέμισε ψευδαισθήσεις και τώρα επιστρέφει στο πατρικό με σκυμμένο κεφάλι, κρύβει τα πτυχία της, βιώνει τους μαυραγορίτες, σπάει μπροστά στο άδειο βλέμμα του ηλικιωμένου που δεν του επέτρεψαν να πληρώσει το χαράτσι σε δόσεις. Στη γενιά που παρακολουθεί αμήχανη ένα τεράστιο σφουγγάρι να σβήνει τη ζωή της, συνειδητοποιεί το ρόλο της στην ιστορία, δεν βρίσκει θέση στο τραπέζι και ψάχνει το τελευταίο της σπίρτο.
Ελληνοφρένεια