Πέμπτη 14 Ιουλίου 2011

Γιώργο, πώς (μας) άλλαξες…

 
Το πόδι ελαφρά και  μετρημένα στο γκάζι. Ούτε σπιναρίσματα, ούτε μαγκιές, ούτε βιασύνες. Το μάτι κολλημένο  στο δείκτη της κατανάλωσης, μήπως  ξεφύγει καμιά σταγόνα παραπάνω βενζίνης και τρέχουμε στο βενζινάδικο  πριν την ώρα μας.
Φιλοδώρημα με το σταγονόμετρο. Εκεί, που στρογγύλευε  με μοναδική στον κόσμο απλοχεριά  το λογαριασμό προς τα πάνω, αφήνοντας  ευτυχισμένο το γκαρσόν, τώρα μετράει  και τα λεπτά.
Όσο για τις διακοπές, επιστροφή στις ρίζες. Χωριό και  πάλι χωριό. Περασμένα μεγαλεία οι αποδράσεις στο εξωτερικό και τα πανάκριβα ελληνικά νησιά.

Τα καφενεία και  τα ταβερνεία αδειάσαν. Τα πολυτελή μαγαζιά επίσης. Για ρούχα, ούτε λόγος. Πολλοί μάλιστα έχουν να το λένε – «από πέρσι έχω να πάρω ένα καλό σακάκι»! Για ανανέωση του αυτοκινήτου, ούτε στα πιο απόκρυφα όνειρα. Κάποιοι αρχίζουν και γνωρίζουν το μετρό – «αλήθεια, είχαμε τέτοιο μέσο μεταφοράς στην Αθήνα;» αναρωτιούνται, καθώς μαθαίνουν τις γραμμές του.
Ξαφνικά το σπίτι  των 90 τετραγωνικών αρχίζει να γίνεται  «παλάτι», εκεί, που όλοι οι μισθωτοί είχαν κατά νου διαμερίσματα 140 μέτρων. «Καλά είμαστε κι εδώ, γιατί να χρεωθούμε και να μας ληστεύει και η εφορία από πάνω;» δίνουν μόνοι τους την απάντηση, στον άλλο, τον παλιό, τον προ κρίσης, εαυτό  τους…
Εκεί, που κάποιες  δουλειές ήταν «μακριά από μας», τώρα αρχίζουν και μπαίνουν ξανά στη  σκέψη και δειλά – δειλά  στο πρόγραμμα. Για να κλείσουν τρύπες, για «να μην πεινάσουμε ρε αδελφέ».
Η κρίση μας άλλαξε. Ο Γιώργος ο  προεκλογικός άλλαξε και μαζί του αλλάξαμε και μεις, θέλοντας και μη. Ίσως αυτό να είναι χειρότερο από οποιαδήποτε θυσία, κληθήκαμε να καταβάλουμε.
Ο κουβαρντάς ο Έλληνας  τελείωσε. Ο γαλαντόμος, ο κιμπάρης, ο φιλότιμος, ο επιδειξιομανής, ο δήθεν, όπως θέλετε πείτε τον, μας άφησε χρόνους. Ο άνετος, ο χαλαρός, ο large δεν υπάρχει πια. Ο έλληνας ο ονειροπόλος, ο γεμάτος σχέδια και υποσχέσεις, ο έξω καρδιά, ο μεγαλομανής, ο φανφαρόνος, ο αιθεροβάμων, ο επιπόλαιος, αυτός που πήγαινε μακρύτερα από τις δυνάμεις του, όπως θέλετε χαρακτηρίστε τον, μας αποχαιρέτισε.

Τη θέση του παίρνει  ένας άλλος έλληνας. Φοβισμένος και  προβληματισμένος. Ανήσυχος και απαισιόδοξος. Τρομαγμένος και οργισμένος. Μετρημένος και σφιχτοχέρης. Κυνηγημένος  και εν δυνάμει μετανάστης.
Ο – πολύ - σύγχρονος  έλληνας, ο έλληνας του Γιώργου  θυμίζει όλο και περισσότερο  «ευρωπαίο τουρίστα». Που πάει στην ταβέρνα και παραγγέλνει ακριβώς ό,τι του χρειάζεται και τίποτα παραπάνω. Που κοιτάει τον τιμοκατάλογο με δέος και κομπιουτεράκι. Ο Γιώργος εξαφάνισε τον έλληνα που κερνούσε όλη την παρέα και έφερε τον έλληνα της χωριάτικης σαλάτας και της ελιάς.
Κάποιοι θα πουν ότι  καλύτερα ο έλληνας της χωριάτικης σαλάτας, παρά ο έλληνας, που πλήρωνε  το τραπέζι με διακοποδάνειο. Ναι, καλύτερα. Αρκεί να μην το λένε όσοι δεν αναγκάστηκαν ποτέ να πάρουν δάνειο για να περάσουν, αλλά έχουν τις τσέπες γεμάτες και ζουν πολυτελώς, μιλώντας αφ’ υψηλού και δίνοντας μαθήματα, αν και έχουν τεράστιες ευθύνες για το σημερινό κατάντημα της χώρας…
protothema