Η ευτυχία αποτελεί το πιο σημαντικό αγαθό που αναζητά ο άνθρωπος σε
ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής του. Ψυχολογία, νευρολογία, ψυχιατρική,
κοινωνιολογία, οικονομικά και άλλες επιστήμες προσπαθούν να βοηθήσουν
προκειμένου να προσεγγίσει την ευτυχία.
Η παραδοσιακή οικονομική προσέγγιση της ευτυχίας
Στο πλαίσιο της παραδοσιακής οικονομικής θεωρίας η ευτυχία συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με τη χρησιμότητα και το διαθέσιμο εισόδημα. Ο υψηλότερος βαθμός ευτυχίας εξασφαλίζεται από την ευρύτερη δυνατότητα για αγορές.
Ο Βρετανός οικονομολόγος Richard Layard, ιδρυτής και διευθυντής του Κέντρου Οικονομικής Επίδοσης στο London School of Economics και κορυφαίος ερευνητής σε θέματα της οικονομικής προσέγγισης της ευτυχίας, τονίζει ότι το χρήμα δεν αποτελεί το καλύτερο μέσο για να ερμηνεύσει κάποιος την ευτυχία. Η αντίληψη ότι η αύξηση της αγοραστικής δύναμης του ατόμου αντιστοιχεί αυτόματα σε αύξηση της ευτυχίας του καθίσταται επισφαλής.
Η ελλιπής προσέγγιση της παραδοσιακής οικονομικής επιστήμης εστιάζεται στο γεγονός ότι δεν δίνεται η δέουσα σημασία στις ακούσιες συνέπειες που απορρέουν από την ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι φιλοδοξίες και οι επιδιώξεις ενδεχομένως να επηρεάζουν αρνητικά σε σημαντικό βαθμό τη συμπεριφορά και τη διάθεση στην καθημερινή ζωή.
Η μοντέρνα προσέγγιση της ευτυχίας
Η «χρυσή τομή» για την απόκτηση της ευτυχίας πρέπει να αναζητηθεί και σε άλλους σημαντικούς παράγοντες, όπως ο ποιοτικός ελεύθερος χρόνος, οι αρμονικές οικογενειακές και φιλικές σχέσεις, το ευχάριστο εργασιακό και το καθαρό φυσικό περιβάλλον: στοιχεία που δεν εμπίπτουν αυστηρά στο οικονομικό πεδίο. Επομένως, είναι εφικτό να εξηγηθεί το παράδοξο φαινόμενο, κατά το οποίο, αν και σήμερα είμαστε περίπου τρις φορές οικονομικά πλουσιότεροι, σε σχέση με 50 χρόνια πριν, δεν είμαστε πιο ευτυχείς.
Η ευτυχία αποτελεί το αξεπέραστο αγαθό. Όλα τα άλλα αγαθά συμβάλλουν στην απόκτηση της ευτυχίας. Ακόμα και αγαθά που η αξία τους είναι δύσκολο να αποτιμηθεί, όπως η ελευθερία, συντελούν στο αγαθό της ευτυχίας, καθώς αυτή αυξάνεται όταν κάποιος ζει ελεύθερος και όχι καταπιεσμένος.
Σε αρκετές μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδά και Ιαπωνία δείχνουν ότι από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τη σημερινή εποχή δεν έχει αυξηθεί η ευτυχία, ενώ κάτι αντίστοιχο φαίνεται και σε μελέτες που αφορούν τη Δυτική Ευρώπη (πλην Βρετανίας) στην περίοδο των τελευταίων 30 ετών. Συνεπώς, η παραγωγή πολλαπλάσιου εισοδήματος και πλούτου στις συγκεκριμένες περιοχές, από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα, δεν έχει παράλληλα συντελέσει στην αύξηση της ευτυχίας.
Τρίτος κόσμος
Βέβαια, ο Layard τονίζει ότι στις περιοχές του πλανήτη που μαστίζονται από διαρκή εξαθλιωτική πείνα και φτώχεια (Τρίτος Κόσμος) η αύξηση του εισοδήματος συνεπάγεται άμεσα αύξηση της ευτυχίας, καθώς εξασφαλίζονται αγαθά και υπηρεσίες μείζονος σημασίας, ανακουφίζοντας την αβάσταχτη δυστυχία και την απόγνωση που επικρατεί.
Εύπορες κοινωνίες
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του εισοδήματος στις περιοχές του εύπορου Πρώτου Κόσμου - Δυτική Ευρώπη, Βόρεια Αμερική, Ιαπωνία και Αυστραλία - συντελεί σε πολύ μικρότερη αύξηση της ευτυχίας. Μελέτες σε φοιτητές στις ΗΠΑ αναδεικνύουν ότι η θέση του ατόμου σε σχέση με τα άλλα μέλη της κοινωνίας του διαμορφώνει το μέγεθος της ευτυχίας του.
Οι ερωτηθέντες φοιτητές βρέθηκαν εμπρός στο δίλλημα
που πρότεινε δύο υποθετικούς κόσμους, όπου στον πρώτο το άτομο διαθέτει
μεγαλύτερο πλούτο και εισόδημα αλλά στον δεύτερο βρίσκεται σε καλύτερη
θέση σε σχέση με τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας του, παρά το χαμηλότερο
πλούτο σε σύγκριση με τον πρώτο κόσμο.
Η πλειονότητα των ερωτηθέντων επέλεξε τον δεύτερο υποθετικό κόσμο διότι η καλύτερη θέση του ατόμου έναντι των άλλων θα εξασφάλιζε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευτυχία. Συνεπώς, η καλύτερη θέση του ατόμου έναντι των άλλων δύναται να υπερκεράσει το χαμηλότερο επίπεδο πλούτου και εισοδήματος που διαθέτει.
Επίσης, οι έρευνες δείχνουν ότι σε Βόρεια Αμερική και Δυτική Ευρώπη, στις περιπτώσεις που το κατά κεφαλήν εισόδημα φτάνει ή υπερβαίνει κάποιο επίπεδο - 30 χιλιάδες δολάρια - το επιπλέον εισόδημα συνεργεί ελάχιστα σε τυχόν επιπλέον ευτυχία. Ειδικά, στα μεγάλα αστικά κέντρα ενδημούν χαρακτηριστικά που ωθούν προς την αύξηση της δυστυχίας και όχι της ευτυχίας, παρά τον αυξημένη συσσώρευση πλούτου.
Οι υψηλοί δείκτες εγκληματικότητας, ψυχιατρικών παθήσεων, κίβδηλων σχέσεων - διαζυγίων, οι αγχωτικοί ρυθμοί εργασίας και το μολυσμένο περιβάλλον αναδεικνύονται ως έντονα αποτρεπτικοί παράγοντες για την ευτυχία. Στα σύγχρονα μεγάλα αστικά κέντρα οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία της απόλαυσης των πιο προηγμένων επιτευγμάτων της αλματώδους τεχνολογικής προόδου (ευρυζωνικό διαδίκτυο, θεαματικές παιχνιδομηχανές δορυφορική - καλωδιακή τηλεόραση), αλλά χάνουν τη διαχρονική αξία της ζεστασιάς των αληθινών οικογενειακών και φιλικών σχέσεων.
Στο πλαίσιο της παραπάνω λογικής διαφαίνεται ότι οι ζάμπλουτοι, όπως ο Μπιλ Γκέϊτς, απολαμβάνουν τον ίδιο βαθμό ευτυχίας με τους πολλούς ευκατάστατους που ζουν ανάμεσα μας. Η ευτυχία των βαθύπλουτων επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η απόκτηση επιπλέον πλούτου συντελεί στην άνοδο της θέσης τους σε υψηλότερο οικονομικό επίπεδο σε σχέση με τους άλλους, γεγονός που σφυρηλατεί τα συμπεράσματα των μελετών στους Αμερικανούς φοιτητές.
Σχέσεις και θρησκεία
Όμως, η πλειονότητα των ανθρώπων κρίνει ότι η ευτυχία εστιάζεται στις σχέσεις τους με τους άλλους. Πιο συγκεκριμένα, οι άριστες σχέσεις πρωτίστως στην οικογένεια (γονείς, αδέρφια, συζύγους, παιδιά) και με τους καλούς φίλους και στη συνέχεια οι σχέσεις στο εργασιακό περιβάλλον και ευρύτερα στην κοινότητά τους αποτελούν το «κλειδί» της ευτυχίας. Η χρόνια επιδίωξη της απόκτησης μεγαλύτερου και μεγαλύτερου πλούτου δεν επιτρέπει την ανάπτυξη αληθινά καλών σχέσεων σε περιβάλλον εμπιστοσύνης και αρχών.
Οι έρευνες σε αρκετές χώρες δείχνουν ότι εκτός από
τον πρωτεύοντα ρόλο των αληθινά καλών σχέσεων, η θρησκεία συντείνει στην
ευτυχία. Στις χώρες που υπάρχει υψηλό ποσοστό βαθιάς πίστης στον Θεό
εμφανίζεται μεγαλύτερη ευτυχία. Ο Layard εξηγεί το συγκεκριμένο
συμπέρασμα μέσα από δύο λόγους.
Η Εκκλησία παρέχει ένα σύστημα υποστήριξης που ενδεχομένως να αναπληρώνει τον ελλιπή μηχανισμό της κρατικής υποστήριξης. Επίσης, η βαθιά πίστη στον Θεό δίνει ιδιαίτερο νόημα στη ζωή αυξάνοντας την ευτυχία. Έτσι, ο συσχετισμός μεταξύ θρησκείας και ευτυχίας φέρει στο προσκήνιο και τη θεολογία παράλληλα με τις επιστήμες, γεγονός που σύμφωνα με τον Layard πρέπει να οδηγήσει σε περισσότερες και πιο ενδελεχείς σχετικές μελέτες.
Φορολογία και αναδιανομή εισοδήματος
Οι κυβερνητικές ρυθμίσεις στη φορολογία μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της ευτυχίας. Η επιβολή υψηλής φορολογίας πάνω από ένα επίπεδο εισοδήματος αποτρέπει τα άτομα από το να επιδίδονται σε υπερβολική εργασία. Έτσι, συμβάλλει σε πιο ισορροπημένη κατανομή του χρόνου, γεγονός που επικουρεί σε σημαντικό βαθμό στην αύξηση της ευτυχίας.
O Layard τονίζει ότι η προτεραιότητα της πολιτικής των δημόσιων οικονομικών οφείλει να είναι η αύξηση της ευτυχίας των ατόμων που βρίσκονται στον πυθμένα της κλίμακας «μεγάλη δυστυχία - μεγάλη ευτυχία», διότι μια παραπάνω χρηματική μονάδα εισοδήματος στο πολύ φτωχό - πολύ δυστυχισμένο άτομο έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτή στο πολύ πλούσιο - πολύ ευτυχισμένο άτομο.
Η επιβολή υψηλής φορολογίας στα μεγάλα εισοδήματα και οι φοροελαφρύνσεις στα μικρά συντελούν στην αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των χαμηλών εισοδημάτων, γεγονός που συνεργεί στη σημαντική αύξηση της ευτυχίας των πολύ φτωχών ατόμων με την ταυτόχρονη αμελητέα μείωση αυτής των πολύ πλουσίων. Συνεπώς, η αναδιανομή εισοδήματος - πλούτου από τα πλούσια στρώματα στα φτωχά αυξάνει τη συνολική και τη μέση ευτυχία της ολότητας της κοινωνίας.
Eπίπεδο ευτυχίας και κατά κεφαλήν εισοδήματος σε διάφορες χώρες
Οι Σκανδιναβικές χώρες διαθέτουν χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα και ταυτόχρονα περίπου διπλάσιο φορολογικό συντελεστή εισοδήματος σε σχέση με τις ΗΠΑ. Όμως, οι κοινωνίες των Σκανδιναβικών χωρών φαίνεται να προσεγγίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό την ευτυχία σε σχέση με τις ΗΠΑ, καθώς στις χώρες αυτές ευημερούν κοινωνίες με υψηλό δείκτη πρόνοιας και ανθρωπισμού.
Πηγές: LSE, BBC, ABC
kathimerini.gr
Η παραδοσιακή οικονομική προσέγγιση της ευτυχίας
Στο πλαίσιο της παραδοσιακής οικονομικής θεωρίας η ευτυχία συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με τη χρησιμότητα και το διαθέσιμο εισόδημα. Ο υψηλότερος βαθμός ευτυχίας εξασφαλίζεται από την ευρύτερη δυνατότητα για αγορές.
Ο Βρετανός οικονομολόγος Richard Layard, ιδρυτής και διευθυντής του Κέντρου Οικονομικής Επίδοσης στο London School of Economics και κορυφαίος ερευνητής σε θέματα της οικονομικής προσέγγισης της ευτυχίας, τονίζει ότι το χρήμα δεν αποτελεί το καλύτερο μέσο για να ερμηνεύσει κάποιος την ευτυχία. Η αντίληψη ότι η αύξηση της αγοραστικής δύναμης του ατόμου αντιστοιχεί αυτόματα σε αύξηση της ευτυχίας του καθίσταται επισφαλής.
Η ελλιπής προσέγγιση της παραδοσιακής οικονομικής επιστήμης εστιάζεται στο γεγονός ότι δεν δίνεται η δέουσα σημασία στις ακούσιες συνέπειες που απορρέουν από την ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι φιλοδοξίες και οι επιδιώξεις ενδεχομένως να επηρεάζουν αρνητικά σε σημαντικό βαθμό τη συμπεριφορά και τη διάθεση στην καθημερινή ζωή.
Η μοντέρνα προσέγγιση της ευτυχίας
Η «χρυσή τομή» για την απόκτηση της ευτυχίας πρέπει να αναζητηθεί και σε άλλους σημαντικούς παράγοντες, όπως ο ποιοτικός ελεύθερος χρόνος, οι αρμονικές οικογενειακές και φιλικές σχέσεις, το ευχάριστο εργασιακό και το καθαρό φυσικό περιβάλλον: στοιχεία που δεν εμπίπτουν αυστηρά στο οικονομικό πεδίο. Επομένως, είναι εφικτό να εξηγηθεί το παράδοξο φαινόμενο, κατά το οποίο, αν και σήμερα είμαστε περίπου τρις φορές οικονομικά πλουσιότεροι, σε σχέση με 50 χρόνια πριν, δεν είμαστε πιο ευτυχείς.
Η ευτυχία αποτελεί το αξεπέραστο αγαθό. Όλα τα άλλα αγαθά συμβάλλουν στην απόκτηση της ευτυχίας. Ακόμα και αγαθά που η αξία τους είναι δύσκολο να αποτιμηθεί, όπως η ελευθερία, συντελούν στο αγαθό της ευτυχίας, καθώς αυτή αυξάνεται όταν κάποιος ζει ελεύθερος και όχι καταπιεσμένος.
Σε αρκετές μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδά και Ιαπωνία δείχνουν ότι από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τη σημερινή εποχή δεν έχει αυξηθεί η ευτυχία, ενώ κάτι αντίστοιχο φαίνεται και σε μελέτες που αφορούν τη Δυτική Ευρώπη (πλην Βρετανίας) στην περίοδο των τελευταίων 30 ετών. Συνεπώς, η παραγωγή πολλαπλάσιου εισοδήματος και πλούτου στις συγκεκριμένες περιοχές, από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα, δεν έχει παράλληλα συντελέσει στην αύξηση της ευτυχίας.
Τρίτος κόσμος
Βέβαια, ο Layard τονίζει ότι στις περιοχές του πλανήτη που μαστίζονται από διαρκή εξαθλιωτική πείνα και φτώχεια (Τρίτος Κόσμος) η αύξηση του εισοδήματος συνεπάγεται άμεσα αύξηση της ευτυχίας, καθώς εξασφαλίζονται αγαθά και υπηρεσίες μείζονος σημασίας, ανακουφίζοντας την αβάσταχτη δυστυχία και την απόγνωση που επικρατεί.
Εύπορες κοινωνίες
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του εισοδήματος στις περιοχές του εύπορου Πρώτου Κόσμου - Δυτική Ευρώπη, Βόρεια Αμερική, Ιαπωνία και Αυστραλία - συντελεί σε πολύ μικρότερη αύξηση της ευτυχίας. Μελέτες σε φοιτητές στις ΗΠΑ αναδεικνύουν ότι η θέση του ατόμου σε σχέση με τα άλλα μέλη της κοινωνίας του διαμορφώνει το μέγεθος της ευτυχίας του.
Η πλειονότητα των ερωτηθέντων επέλεξε τον δεύτερο υποθετικό κόσμο διότι η καλύτερη θέση του ατόμου έναντι των άλλων θα εξασφάλιζε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευτυχία. Συνεπώς, η καλύτερη θέση του ατόμου έναντι των άλλων δύναται να υπερκεράσει το χαμηλότερο επίπεδο πλούτου και εισοδήματος που διαθέτει.
Επίσης, οι έρευνες δείχνουν ότι σε Βόρεια Αμερική και Δυτική Ευρώπη, στις περιπτώσεις που το κατά κεφαλήν εισόδημα φτάνει ή υπερβαίνει κάποιο επίπεδο - 30 χιλιάδες δολάρια - το επιπλέον εισόδημα συνεργεί ελάχιστα σε τυχόν επιπλέον ευτυχία. Ειδικά, στα μεγάλα αστικά κέντρα ενδημούν χαρακτηριστικά που ωθούν προς την αύξηση της δυστυχίας και όχι της ευτυχίας, παρά τον αυξημένη συσσώρευση πλούτου.
Οι υψηλοί δείκτες εγκληματικότητας, ψυχιατρικών παθήσεων, κίβδηλων σχέσεων - διαζυγίων, οι αγχωτικοί ρυθμοί εργασίας και το μολυσμένο περιβάλλον αναδεικνύονται ως έντονα αποτρεπτικοί παράγοντες για την ευτυχία. Στα σύγχρονα μεγάλα αστικά κέντρα οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία της απόλαυσης των πιο προηγμένων επιτευγμάτων της αλματώδους τεχνολογικής προόδου (ευρυζωνικό διαδίκτυο, θεαματικές παιχνιδομηχανές δορυφορική - καλωδιακή τηλεόραση), αλλά χάνουν τη διαχρονική αξία της ζεστασιάς των αληθινών οικογενειακών και φιλικών σχέσεων.
Στο πλαίσιο της παραπάνω λογικής διαφαίνεται ότι οι ζάμπλουτοι, όπως ο Μπιλ Γκέϊτς, απολαμβάνουν τον ίδιο βαθμό ευτυχίας με τους πολλούς ευκατάστατους που ζουν ανάμεσα μας. Η ευτυχία των βαθύπλουτων επικεντρώνεται στο γεγονός ότι η απόκτηση επιπλέον πλούτου συντελεί στην άνοδο της θέσης τους σε υψηλότερο οικονομικό επίπεδο σε σχέση με τους άλλους, γεγονός που σφυρηλατεί τα συμπεράσματα των μελετών στους Αμερικανούς φοιτητές.
Σχέσεις και θρησκεία
Όμως, η πλειονότητα των ανθρώπων κρίνει ότι η ευτυχία εστιάζεται στις σχέσεις τους με τους άλλους. Πιο συγκεκριμένα, οι άριστες σχέσεις πρωτίστως στην οικογένεια (γονείς, αδέρφια, συζύγους, παιδιά) και με τους καλούς φίλους και στη συνέχεια οι σχέσεις στο εργασιακό περιβάλλον και ευρύτερα στην κοινότητά τους αποτελούν το «κλειδί» της ευτυχίας. Η χρόνια επιδίωξη της απόκτησης μεγαλύτερου και μεγαλύτερου πλούτου δεν επιτρέπει την ανάπτυξη αληθινά καλών σχέσεων σε περιβάλλον εμπιστοσύνης και αρχών.
Σχέσεις & Ευτυχία
| ||||||||||||||||||
Η Εκκλησία παρέχει ένα σύστημα υποστήριξης που ενδεχομένως να αναπληρώνει τον ελλιπή μηχανισμό της κρατικής υποστήριξης. Επίσης, η βαθιά πίστη στον Θεό δίνει ιδιαίτερο νόημα στη ζωή αυξάνοντας την ευτυχία. Έτσι, ο συσχετισμός μεταξύ θρησκείας και ευτυχίας φέρει στο προσκήνιο και τη θεολογία παράλληλα με τις επιστήμες, γεγονός που σύμφωνα με τον Layard πρέπει να οδηγήσει σε περισσότερες και πιο ενδελεχείς σχετικές μελέτες.
Φορολογία και αναδιανομή εισοδήματος
Οι κυβερνητικές ρυθμίσεις στη φορολογία μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της ευτυχίας. Η επιβολή υψηλής φορολογίας πάνω από ένα επίπεδο εισοδήματος αποτρέπει τα άτομα από το να επιδίδονται σε υπερβολική εργασία. Έτσι, συμβάλλει σε πιο ισορροπημένη κατανομή του χρόνου, γεγονός που επικουρεί σε σημαντικό βαθμό στην αύξηση της ευτυχίας.
O Layard τονίζει ότι η προτεραιότητα της πολιτικής των δημόσιων οικονομικών οφείλει να είναι η αύξηση της ευτυχίας των ατόμων που βρίσκονται στον πυθμένα της κλίμακας «μεγάλη δυστυχία - μεγάλη ευτυχία», διότι μια παραπάνω χρηματική μονάδα εισοδήματος στο πολύ φτωχό - πολύ δυστυχισμένο άτομο έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτή στο πολύ πλούσιο - πολύ ευτυχισμένο άτομο.
Η επιβολή υψηλής φορολογίας στα μεγάλα εισοδήματα και οι φοροελαφρύνσεις στα μικρά συντελούν στην αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των χαμηλών εισοδημάτων, γεγονός που συνεργεί στη σημαντική αύξηση της ευτυχίας των πολύ φτωχών ατόμων με την ταυτόχρονη αμελητέα μείωση αυτής των πολύ πλουσίων. Συνεπώς, η αναδιανομή εισοδήματος - πλούτου από τα πλούσια στρώματα στα φτωχά αυξάνει τη συνολική και τη μέση ευτυχία της ολότητας της κοινωνίας.
Eπίπεδο ευτυχίας και κατά κεφαλήν εισοδήματος σε διάφορες χώρες
Οι Σκανδιναβικές χώρες διαθέτουν χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα και ταυτόχρονα περίπου διπλάσιο φορολογικό συντελεστή εισοδήματος σε σχέση με τις ΗΠΑ. Όμως, οι κοινωνίες των Σκανδιναβικών χωρών φαίνεται να προσεγγίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό την ευτυχία σε σχέση με τις ΗΠΑ, καθώς στις χώρες αυτές ευημερούν κοινωνίες με υψηλό δείκτη πρόνοιας και ανθρωπισμού.
Πηγές: LSE, BBC, ABC
kathimerini.gr