Της Τζένης Κ.
«Οι Έλληνες είναι αναρχικοί… και δύσκολα κουμαντάρονται. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να χτυπήσουμε βαθιά μέσα στις πολιτισμικές τους ρίζες: έτσι ίσως τους καταφέρουμε να συμβιβαστούν. Εννοώ, να χτυπήσουμε τη γλώσσα τους, τη θρησκεία τους, τα πολιτισμικά και ιστορικά αποθέματα, έτσι ώστε να ουδετεροποιήσουμε τη δυνατότητά τους να αναπτύσσονται, να διακρίνουν τους εαυτούς τους ή να αποδεικνύουν ότι μπορούν να νικούν, έτσι ώστε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια στα στρατηγικώς απαραίτητα σχέδιά μας, στα Βαλκάνια, στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή»…
Τα είχε πει δημοσίως το 1994 ο...
Χένρυ Κίσσιντζερ, ο μαυρόψυχος πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ που έγινε αυτές τις μέρες πάλι επίκαιρος προβλέποντας με το ένα πόδι στον τάφο το Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Στοίχημα ότι κάνει δεήσεις στον Έξω από ’δω να τον αβαντάρει για να ζήσει ακόμα κάμποσο και να προλάβει να κάνει μπουκίτσες στο αίμα… )
Πάντως, ως προς εμάς, μπορεί να πεθάνει ήσυχος. Μια χαρά έχουμε κουμανταριστεί. Δυο χαρές έχουμε συμβιβαστεί. Οχτώ χαρές (ένεκα ο πληθωρισμός) μας έχει πάρει και μας έχει σηκώσει. Τις πολιτισμικές μας ρίζες τις πίνουνε αποξηραμένες και στουμπιγμένες για διουρητικό οι ξένοι ακαδημαϊκοί. Οι μαλακοπίτουρες εκδοθέντες έλληνες γραμματικοί ψωμολυσσάνε για αναγνώριση στα social media και αναμασάνε με δικά τους λόγια την προπαγάνδα. Γενικώς, από γλώσσα, θρησκεία και ιστορικά αποθέματα σκίζουμε. Εντρυφήσαμε μερικές δεκαετίες και εξ απαλών ονύχων στην παπαγαλία, στην αμερικανιά, στην αναζήτηση εργασιακών ευκολακίων χωρίς περιεχόμενο, γίναμε και τραπεζοδίαιτοι… κι όλες οι σχέσεις με τον εαυτό μας καταλήξανε οβερλάι. Ένα πέρασμα από πάνω. Άνετο γυάλισμα και το σαράκι εντός να κάνει τη δουλειά του. Η δυνατότητά μας να αναπτυσσόμαστε δεν ουδετεροποιήθηκε απλά. Αρνητικοποιήθηκε. Με ποικίλες μεθόδους. Ανήκαμε εις τη Δύση και χορέψαμε την ευρωπαϊκή horrorγραφία. Η δυνατότητά μας να διακρίνουμε τους εαυτούς μας και να αποδεικνύουμε ότι μπορούμε να νικούμε εγκαταλείφθηκε χάρη στα κοκτέηλ που μας σέρβιραν για να υπερπηδήσουμε την προσπάθεια. Μας ήθελαν γκέι, χημικές κουράδες. Είμαστε ένα εμπόδιο που ξεπεράστηκε. Είναι φανερό πια. Ακόμα και η κατακριτέα εριστική διάθεση εκείνων που έπιαναν την καραμπίνα κι αυτοδικούσαν επειδή οι πάσσαλοι των συνόρων ανάμεσα στα χωράφια είχανε μπει μερικά εκατοστά πιο μέσα ψόφησε. Τώρα που μπαίνουνε οι πάσσαλοι εντελώς μέσα, πιο μέσα δε γίνεται, κάθονται αραχτοί καστράτοι και χαϊδεύουν τον αφαλό τους. Κι όταν σηκώνονται από χάμω πατάνε προσεκτικά μην ξυπνήσουνε τα μυρμήγκια και τους μπούρμπουνες που ανήκουνε πια στους δανειστές. Με μερικά αντιφλεγμονώδη πατάξαμε το Ζορμπά που είχαμε μέσα μας. Ήπιαμε το νερό της λήθης, φάγαμε μακ λωτούς με μπέικον και ξεχάσαμε ότι είμαστε αυτοί που έκαναν τον Κίσσιντζερ να μας θεωρεί υπολογίσιμους. Και τα έφερε έτσι ο Θεός των αποκαθηλώσεων ώστε να μην υπάρχει ένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό Κάτι για να το ακολουθήσουμε εναντίον της προδιαγεγραμμένης. Όλοι μας έχουν ταΐσει ματαιώσεις επί ματαιώσεων, τα πάντα ματαιώσεις.
Και θέλουν να μας κάνουν χρήση υπέρ του δικού τους Κάτι… Πού να πάμε ο καθένας μόνος του;
to pontiki
«Οι Έλληνες είναι αναρχικοί… και δύσκολα κουμαντάρονται. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να χτυπήσουμε βαθιά μέσα στις πολιτισμικές τους ρίζες: έτσι ίσως τους καταφέρουμε να συμβιβαστούν. Εννοώ, να χτυπήσουμε τη γλώσσα τους, τη θρησκεία τους, τα πολιτισμικά και ιστορικά αποθέματα, έτσι ώστε να ουδετεροποιήσουμε τη δυνατότητά τους να αναπτύσσονται, να διακρίνουν τους εαυτούς τους ή να αποδεικνύουν ότι μπορούν να νικούν, έτσι ώστε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια στα στρατηγικώς απαραίτητα σχέδιά μας, στα Βαλκάνια, στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή»…
Τα είχε πει δημοσίως το 1994 ο...
Χένρυ Κίσσιντζερ, ο μαυρόψυχος πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ που έγινε αυτές τις μέρες πάλι επίκαιρος προβλέποντας με το ένα πόδι στον τάφο το Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Στοίχημα ότι κάνει δεήσεις στον Έξω από ’δω να τον αβαντάρει για να ζήσει ακόμα κάμποσο και να προλάβει να κάνει μπουκίτσες στο αίμα… )
Πάντως, ως προς εμάς, μπορεί να πεθάνει ήσυχος. Μια χαρά έχουμε κουμανταριστεί. Δυο χαρές έχουμε συμβιβαστεί. Οχτώ χαρές (ένεκα ο πληθωρισμός) μας έχει πάρει και μας έχει σηκώσει. Τις πολιτισμικές μας ρίζες τις πίνουνε αποξηραμένες και στουμπιγμένες για διουρητικό οι ξένοι ακαδημαϊκοί. Οι μαλακοπίτουρες εκδοθέντες έλληνες γραμματικοί ψωμολυσσάνε για αναγνώριση στα social media και αναμασάνε με δικά τους λόγια την προπαγάνδα. Γενικώς, από γλώσσα, θρησκεία και ιστορικά αποθέματα σκίζουμε. Εντρυφήσαμε μερικές δεκαετίες και εξ απαλών ονύχων στην παπαγαλία, στην αμερικανιά, στην αναζήτηση εργασιακών ευκολακίων χωρίς περιεχόμενο, γίναμε και τραπεζοδίαιτοι… κι όλες οι σχέσεις με τον εαυτό μας καταλήξανε οβερλάι. Ένα πέρασμα από πάνω. Άνετο γυάλισμα και το σαράκι εντός να κάνει τη δουλειά του. Η δυνατότητά μας να αναπτυσσόμαστε δεν ουδετεροποιήθηκε απλά. Αρνητικοποιήθηκε. Με ποικίλες μεθόδους. Ανήκαμε εις τη Δύση και χορέψαμε την ευρωπαϊκή horrorγραφία. Η δυνατότητά μας να διακρίνουμε τους εαυτούς μας και να αποδεικνύουμε ότι μπορούμε να νικούμε εγκαταλείφθηκε χάρη στα κοκτέηλ που μας σέρβιραν για να υπερπηδήσουμε την προσπάθεια. Μας ήθελαν γκέι, χημικές κουράδες. Είμαστε ένα εμπόδιο που ξεπεράστηκε. Είναι φανερό πια. Ακόμα και η κατακριτέα εριστική διάθεση εκείνων που έπιαναν την καραμπίνα κι αυτοδικούσαν επειδή οι πάσσαλοι των συνόρων ανάμεσα στα χωράφια είχανε μπει μερικά εκατοστά πιο μέσα ψόφησε. Τώρα που μπαίνουνε οι πάσσαλοι εντελώς μέσα, πιο μέσα δε γίνεται, κάθονται αραχτοί καστράτοι και χαϊδεύουν τον αφαλό τους. Κι όταν σηκώνονται από χάμω πατάνε προσεκτικά μην ξυπνήσουνε τα μυρμήγκια και τους μπούρμπουνες που ανήκουνε πια στους δανειστές. Με μερικά αντιφλεγμονώδη πατάξαμε το Ζορμπά που είχαμε μέσα μας. Ήπιαμε το νερό της λήθης, φάγαμε μακ λωτούς με μπέικον και ξεχάσαμε ότι είμαστε αυτοί που έκαναν τον Κίσσιντζερ να μας θεωρεί υπολογίσιμους. Και τα έφερε έτσι ο Θεός των αποκαθηλώσεων ώστε να μην υπάρχει ένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό Κάτι για να το ακολουθήσουμε εναντίον της προδιαγεγραμμένης. Όλοι μας έχουν ταΐσει ματαιώσεις επί ματαιώσεων, τα πάντα ματαιώσεις.
Και θέλουν να μας κάνουν χρήση υπέρ του δικού τους Κάτι… Πού να πάμε ο καθένας μόνος του;
to pontiki