Αυτή την ερώτηση, την ακούω συχνά τα τελευταία χρόνια. Νομίζω, μάλιστα, ότι από κάποια στιγμή και μετά έγινε της μόδας. «Στον Θεό πιστεύεις;» Έχει συμβεί να με ρωτήσουν φίλοι, συνάδελφοι, μερικές φορές άνθρωποι που συναντώ στο ρεπορτάζ και συζητώ μαζί τους. Η ερώτηση σκάει σαν βόμβα. Σαν να περιμένουν μέσα από την απάντηση που θα τους δώσω να μάθουν για μένα τα πάντα. Πώς με μεγάλωσαν, τι εκπροσωπώ, πού ανήκω, ποια εν τέλει είμαι…
Σκέφτομαι ότι κάποτε στην (περισσότερο) συντηρητική Ελλάδα, μία τέτοια ερώτηση θα ήταν ταμπού. Πώς να ρωτήσεις κάποιον αν πιστεύει στο Θεό, αφού η απάντηση θεωρείτο δεδομένη. «Φυσικά και πιστεύει». Ποιος θα έλεγε το αντίθετο; Ακόμη κι αν δεν πίστευε, γιατί να το πει; Οι άθεοι δεν ήταν «κανονικοί» άνθρωποι.
Πριν από λίγες μέρες, διάβασα στο «Βήμα της Κυριακής» μία δημοσκόπηση της Κάπα Research για τη θρησκευτικότητα των Ελλήνων. Μου έκανε εντύπωση γιατί στην Ελλάδα, τα μέσα ενημέρωσης σπάνια ξοδεύουν χρήματα για μία έρευνα κοινωνικού και όχι πολιτικού περιεχομένου. Στάθηκα σε 3-4 σημεία. Η έρευνα που έγινε σε δείγμα 1.427 ανθρώπων, έδειχνε μείωση της θρησκευτικότητας των Ελλήνων σε σύγκριση με άλλες χρονιές. Το 40% έλεγε ότι πιστεύει στην Ανάσταση, το 76% ότι πιστεύει στο Θεό, το 46,1% θεωρούσε ότι οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια πιστεύουν λιγότερο στα θεία και το 42,5% έλεγε ότι το Πάσχα είναι μία ευκαιρία επιστροφής στα ήθη και στα έθιμα.
Εάν είχα απαντήσει σ’ αυτή τη δημοσκόπηση, θα σας έλεγα με σιγουριά ότι θα ήμουν μέσα σ’ αυτό το 42,5% που πιστεύει ότι το Πάσχα είναι λόγος να τηρήσουμε τις παραδόσεις και τα έθιμα μας. Κάθε χρόνο, τη Μ. Παρασκευή και το Μ. Σάββατο βράδυ, πηγαίνω στην Εκκλησία, εύχομαι «Καλή Ανάσταση» και «Χρόνια Πολλά» σε φίλους και γνωστούς, κρατάω τη λαμπάδα μου, τσουγκρίζω τα κόκκινα αυγά που βάφει η μητέρα μου. Το ίδιο έκανα και φέτος.
Μ. Παρασκευή βράδυ, λοιπόν, λίγο πριν από την περιφορά του Επιταφίου, βρίσκομαι έξω από μία εκκλησία στην Αίγινα. Ένα όμορφο νεαρό κορίτσι, γύρω στα 15, έχει στήσει έναν μικρό πάγκο και πουλάει κεριά. Είμαι έτοιμη να πληρώσω το αντίτιμο του κεριού, όταν από δίπλα ακούω: «Εδώ τα κεριά της εκκλησίας, εδώ τα κεριά της εκκλησίας!» Δε δίνω σημασία, όταν ένας άντρας γύρω στα 40 έρχεται μπροστά μου και σε υψηλούς τόνους, λέει στο κορίτσι: «Εσύ είσαι της εκκλησίας;» Εκείνη δεν απαντά, αλλά ο άντρας επιμένει και στην δική μου παρέμβαση «τι σημασία έχει αν η κοπέλα είναι της εκκλησίας ή όχι;», εκείνος μου αποκρίνεται: «Εσείς κάντε ό,τι νομίζετε, αφήστε κι εμένα να κάνω τη δουλειά μου!». Η «δουλειά» του ήταν να εμποδίσει το κορίτσι, που «δεν ήταν της εκκλησίας» να πουλάει κεριά, μειώνοντας μ’ αυτό τον τρόπο τα έσοδα που προορίζονταν για το παγκάρι. Θύμωσα πολύ μ’ αυτόν τον «καθώς πρέπει» κύριο που συμπεριφέρθηκε τόσο άσχημα σ’ ένα μικρό κορίτσι, αλλά μέρα που ήταν, έδωσα τόπο στην οργή.
Μία μέρα μετά, διάβασα στην ίδια έρευνα του Βήματος, τι απάντησαν όσοι ρωτήθηκαν για το ποιες πρέπει να είναι σήμερα οι προτεραιότητες της Εκκλησίας. Το 54,6% έλεγε η αλληλεγγύη απέναντι στους φτωχούς και το 40,9% η προστασία των αδυνάτων. Αμέσως, σκέφθηκα τον «άνθρωπο της Εκκλησίας» που το βράδυ της Μ. Παρασκευής ύψωσε τη φωνή του στη νεαρή κοπέλα, αγνοώντας όχι μόνο το ρόλο της Εκκλησίας, αλλά και το κατανυκτικό κλίμα των ημερών της Μ. Εβδομάδας. Είμαι σίγουρη πως στην ερώτηση «στον Θεό πιστεύεις;», αυτός ο κύριος με σιγουριά θα απαντούσε «ναι». Αυτό το οποίο δεν ξέρω, όμως, είναι… αν ο Θεός θα ήθελε αυτοί οι άνθρωποι να είναι πιστοί του.
(Βίκυ Κατεχάκη)
πηγή aixmi.gr