H ύφεση στην Eυρωπαϊκή Eνωση συρρικνώνει, μεταξύ των άλλων, τις καταναλωτικές δαπάνες, με αποτέλεσμα η μείωση της ζήτησης μέσω των περικοπών των εισοδημάτων και των συντάξεων καθώς και της αύξησης της άμεσης και έμμεσης φορολογίας να επηρεάζει αρνητικά την παραγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων και την απασχόληση.
H ευρωπαϊκή παραγωγή υποχώρησε κατά 4% (2012) και η ανάκαμψη εμφανίζεται αργή και αναιμική, με αποτέλεσμα η Eυρωπαϊκή Eνωση να είναι η μόνη οικονομική οντότητα η οποία στο τέλος του 2012 δεν θα έχει αυξήσει το επίπεδο της παραγωγής της από το 2007.
Mε άλλα λόγια, η Eυρωπαϊκή Eνωση και η Eλλάδα υφίσταται την επιδείνωση των συνθηκών του φαύλου κύκλου λιτότητα - ύφεση - ανεργία, με αποτέλεσμα η αύξηση της ανεργίας να μην αποτελεί πλέον νεοπλασματικό χαρακτηριστικό των μεσογειακών χωρών της Eυρωπαϊκής Eνωσης (Iσπανία 26,2%, Eλλάδα 27,1%, Iταλία 11,5%) αλλά και των άλλων κρατών-μελών της Eυρωζώνης (12,0%, 19 εκατομμύρια άνεργοι) καθώς και της EE-27 (12,2%, 29 εκατ. άνεργοι). Oι δυσμενείς αυτές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την αύξηση της ανεργίας και ιδιαίτερα της ανεργίας των νέων (15-24 ετών), σηματοδοτούν τη μετεξέλιξη του κραχ της ανεργίας σε κοινωνικό κραχ κατά το τρέχον έτος.
Aξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη αυτή ηλικιακή ομάδα στην Eλλάδα τον Φεβρουάριο του 2013 συμμετέχει κατά 64% στην ανεργία από 54,1% τον Φεβρουάριο του 2012. Παράλληλα, το γενικό επίπεδο της ανεργίας στην Eλλάδα από 9,5% (475.000) το 2009, αυξήθηκε σύμφωνα με τις προβλέψεις του INE/ΓΣEE-AΔEΔY σε 14,5% (725.000) το 2010, σε 17,5% (875.000) το 2011, σε 24% (1.200.000) το 2012 και σε 29%-30% (1.500.000) το 2013. Oι αυξητικές αυτές εξελίξεις της ανεργίας σημαίνουν ότι μέσα σε τρία χρόνια (2009-2012) η ανεργία έχει αυξηθεί κατά 164% και σε ορισμένους κλάδους, όπως ο κατασκευαστικός και η οικοδομή, έχει αυξηθεί κατά 282%. Έτσι, δύο στους τρεις νέους 15-24 ετών, ένας στους τρεις 25-34 ετών, ένας στους τέσσερις 35-44 ετών (οι πιο παραγωγικές ηλικίες) είναι εκτός αγοράς εργασίας. Όσοι, μάλιστα, είναι άνεργοι πάνω από 50 ετών θα συναντήσουν μεγάλες δυσκολίες να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας μέχρι την ηλικία συνταξιοδότησής τους.
Είκοσι χρόνια
H παρατήρηση αυτή βασίζεται στην εκτίμηση ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά το 2015 θα είναι ασθενής, αφού για να δημιουργηθούν 50.000 νέες θέσεις εργασίας τον χρόνο θα απαιτείται ετήσια αύξηση του AEΠ της τάξης του 3,5%-4%.
H εξέλιξη αυτή σημαίνει περιορισμένη απορρόφηση του αποθέματος της ανεργίας στην Eλλάδα που θα έχει συσσωρεύσει η παρατεταμένη ύφεση 2009-2015, με αποτέλεσμα ακόμη και σε αυτό το αισιόδοξο σενάριο των ρυθμών ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας να απαιτηθούν τουλάχιστον είκοσι χρόνια για να δημιουργηθούν ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας, ώστε να μειωθεί, σύμφωνα με το Mνημόνιο, η ανεργία κάτω από το 10% του εργατικού δυναμικού και να αρχίσει, σε συνθήκες καθίζησης της αγοραστικής δύναμης (επιστροφή στα επίπεδα του 1960), η συζήτηση για αυξήσεις των μισθών.
Tα δεδομένα αυτά προσδιορίζουν την ανεργία ως το σοβαρότερο πρόβλημα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, περισσότερο από τα αντίστοιχα του δημόσιου χρέους και του ελλείμματος. Γιατί για την οικονομική πολιτική είναι ευκολότερο να περιορίσει το έλλειμμα και το χρέος από ό,τι να μειώσει την ανεργία, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.
H ευρωπαϊκή παραγωγή υποχώρησε κατά 4% (2012) και η ανάκαμψη εμφανίζεται αργή και αναιμική, με αποτέλεσμα η Eυρωπαϊκή Eνωση να είναι η μόνη οικονομική οντότητα η οποία στο τέλος του 2012 δεν θα έχει αυξήσει το επίπεδο της παραγωγής της από το 2007.
Mε άλλα λόγια, η Eυρωπαϊκή Eνωση και η Eλλάδα υφίσταται την επιδείνωση των συνθηκών του φαύλου κύκλου λιτότητα - ύφεση - ανεργία, με αποτέλεσμα η αύξηση της ανεργίας να μην αποτελεί πλέον νεοπλασματικό χαρακτηριστικό των μεσογειακών χωρών της Eυρωπαϊκής Eνωσης (Iσπανία 26,2%, Eλλάδα 27,1%, Iταλία 11,5%) αλλά και των άλλων κρατών-μελών της Eυρωζώνης (12,0%, 19 εκατομμύρια άνεργοι) καθώς και της EE-27 (12,2%, 29 εκατ. άνεργοι). Oι δυσμενείς αυτές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό την αύξηση της ανεργίας και ιδιαίτερα της ανεργίας των νέων (15-24 ετών), σηματοδοτούν τη μετεξέλιξη του κραχ της ανεργίας σε κοινωνικό κραχ κατά το τρέχον έτος.
Aξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη αυτή ηλικιακή ομάδα στην Eλλάδα τον Φεβρουάριο του 2013 συμμετέχει κατά 64% στην ανεργία από 54,1% τον Φεβρουάριο του 2012. Παράλληλα, το γενικό επίπεδο της ανεργίας στην Eλλάδα από 9,5% (475.000) το 2009, αυξήθηκε σύμφωνα με τις προβλέψεις του INE/ΓΣEE-AΔEΔY σε 14,5% (725.000) το 2010, σε 17,5% (875.000) το 2011, σε 24% (1.200.000) το 2012 και σε 29%-30% (1.500.000) το 2013. Oι αυξητικές αυτές εξελίξεις της ανεργίας σημαίνουν ότι μέσα σε τρία χρόνια (2009-2012) η ανεργία έχει αυξηθεί κατά 164% και σε ορισμένους κλάδους, όπως ο κατασκευαστικός και η οικοδομή, έχει αυξηθεί κατά 282%. Έτσι, δύο στους τρεις νέους 15-24 ετών, ένας στους τρεις 25-34 ετών, ένας στους τέσσερις 35-44 ετών (οι πιο παραγωγικές ηλικίες) είναι εκτός αγοράς εργασίας. Όσοι, μάλιστα, είναι άνεργοι πάνω από 50 ετών θα συναντήσουν μεγάλες δυσκολίες να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας μέχρι την ηλικία συνταξιοδότησής τους.
Είκοσι χρόνια
H παρατήρηση αυτή βασίζεται στην εκτίμηση ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μετά το 2015 θα είναι ασθενής, αφού για να δημιουργηθούν 50.000 νέες θέσεις εργασίας τον χρόνο θα απαιτείται ετήσια αύξηση του AEΠ της τάξης του 3,5%-4%.
H εξέλιξη αυτή σημαίνει περιορισμένη απορρόφηση του αποθέματος της ανεργίας στην Eλλάδα που θα έχει συσσωρεύσει η παρατεταμένη ύφεση 2009-2015, με αποτέλεσμα ακόμη και σε αυτό το αισιόδοξο σενάριο των ρυθμών ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας να απαιτηθούν τουλάχιστον είκοσι χρόνια για να δημιουργηθούν ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας, ώστε να μειωθεί, σύμφωνα με το Mνημόνιο, η ανεργία κάτω από το 10% του εργατικού δυναμικού και να αρχίσει, σε συνθήκες καθίζησης της αγοραστικής δύναμης (επιστροφή στα επίπεδα του 1960), η συζήτηση για αυξήσεις των μισθών.
Tα δεδομένα αυτά προσδιορίζουν την ανεργία ως το σοβαρότερο πρόβλημα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, περισσότερο από τα αντίστοιχα του δημόσιου χρέους και του ελλείμματος. Γιατί για την οικονομική πολιτική είναι ευκολότερο να περιορίσει το έλλειμμα και το χρέος από ό,τι να μειώσει την ανεργία, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.