«Η αλλαγή του ελληνικού κράτους είναι εξωφρενικά δύσκολη υπόθεση και δεν θα γίνει στα επόμενα χρόνια. Μπορεί να υπάρχει η πολιτική βούληση, αλλά είναι ασθενής και σκοντάφτει κυρίως, στην παγιωμένη νοοτροπία των υπαλλήλων, που νιώθουν ασφαλείς μόνο όταν έχουν να
διεκπεραιώσουν γραφειοκρατικές διαδικασίες. Γιατί ο αριθμός των
υπαλλήλων και η γραφειοκρατία πάνε μαζί. Οι υπάλληλοι είναι γαντζωμένοι
στο πολυδαίδαλο κράτος που για να λειτουργήσει απαιτείται μεγάλος
αριθμός εργαζομένων.
Το ρευστό πολιτικό σκηνικό από την άλλη, η κακή οικονομική συγκυρία σε συνδυασμό με την απειλή των απολύσεων που επικρέμαται και τις μειώσεις μισθών που έχουν συντελεστεί, δυσχεραίνουν εξαιρετικά την όποια προσπάθεια που καταβάλλεται».
Όταν οι διαπιστώσεις αυτές γίνονται από υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, που συστηματικά συμμετέχει τα τελευταία χρόνια στο εγχείρημα του ανασχεδιασμού του κράτους, δεν μπορεί παρά να αποκαρδιώνουν, όχι μόνο τους εμπνευστές της διοικητικής μεταβολής, αλλά τους ίδιους τους πολίτες που βασανίζονται κατά τις συναλλαγές τους.
Τα χιλιάδες γραφειοκρατικά εμπόδια αποτρέπουν και πολύ συχνά ματαιώνουν δρομολογημένες ξένες επενδύσεις, υπογραμμίζει στην «Κ» το στέλεχος του υπουργείου, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το παζλ συμπληρώνεται με την αβεβαιότητα του φορολογικού περιβάλλοντος που αλλάζει σχεδόν κάθε χρόνο (ενώ θα έπρεπε να παραμένει σταθερό σε ορίζοντα 10ετίας), την πολυπλοκότητα του νομοθετικού πλαισίου (ειδικά σε ό,τι αφορά την ίδρυση νέων εταιρειών) και την υψηλή διαφθορά στις συναλλαγές με το Δημόσιο (ως αποτέλεσμα της βαθιάς γραφειοκρατίας).
«Δεν λειτουργεί το σύστημα», λεει με απογοήτευση και μας περιγράφει την πρόσφατη εμπειρία που είχε όταν επιχείρησε να κάνει έναν απλό συμψηφισμό χρεών στην Εφορία. Χρειάστηκαν τρεις ώρες και να περάσει από τέσσερα γκισέ, τη στιγμή που μία υπάλληλος είχε τη δυνατότητα με ένα απλό κλικ στον υπολογιστή της να διεκπεραιώσει την υπόθεση. Οταν ρωτήθηκε γιατί πρέπει να υποστεί την ταλαιπωρία της μετάβασης σε τέσσερα τμήματα, αφού έχει όλο το φορολογικό του «προφίλ» μπροστά στον υπολογιστή της, η υπάλληλος του απάντησε ότι θα πρέπει να αλλάξει ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας της Εφορίας με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα.
Ελέγχει μόνο το 15%
«Θέλουμε να πατάξουμε ως κράτος τη φοροδιαφυγή και έχουμε το 85% των υπαλλήλων των εφοριών να κάνει τη λάντζα, να χαρτοσημαίνει και να διεκπεραιώνει, χωρίς να έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει και μόλις το 15% μπορεί να διενεργεί ελέγχους και ένα περίπου 5% ασχολείται με τις δικαστικές υποθέσεις» λέει το διοικητικό στέλεχος του υπουργείου κουνώντας το κεφάλι του... «Πραγματικά δεν ξέρουμε πώς να καθαρίσουμε το κράτος από τη γραφειοκρατία».
Τι «βλέπουν» οι ειδικοί από τη Γαλλία
Το εγχείρημα του ανασχεδιασμού της διοίκησης παραμένει στα χέρια των Γάλλων εμπειρογνωμόνων και της Τask Force τους τελευταίους έξι μήνες. Πολλά τα προβλήματα, αλλά βήματα έχουν γίνει. Από την πρώτη στιγμή έχουν εντοπίσει τις παθογένειες του διοικητικού μας συστήματος: έλλειψη κεντρικού συντονισμού, πολλή γραφειοκρατία (7% του ΑΕΠ, όταν είναι 3% - 3,5% ο ευρωπαϊκός μ.ό.) νομοθετική τυπολατρία και κακή διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού.
Oι Γάλλοι «παρακολουθούν» από κοντά τις δράσεις για τη μείωση κατά 35% του κράτους, «βρίσκονται πίσω» από τα κριτήρια για την αξιολόγηση των δομών, καθοδηγούν, σχεδιάζουν τα βήματα, παρέχουν τη μεθοδολογία αναπαράγοντας κυρίως το γαλλικό μοντέλο.
Γιατί οι Γάλλοι και όχι, για παράδειγμα, οι Άγγλοι, ρωτήσαμε ένα από τα στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης. Οι Γάλλοι έχουν κάνει τρεις μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 15 χρόνια (ο αρχιτέκτονας του προγράμματος που βρίσκεται σε εξέλιξη, ηγείται της γαλλικής ομάδας), ξέρουν την τεχνογνωσία, το know how, είναι πιο συγκεντρωτικοί και έχουν γερούς μηχανισμούς συντονισμού που μας λείπουν, μας εκμυστηρεύεται.
Οι Αγγλοσάξονες μπορεί να έχουν αποτελεσματική διοίκηση, αλλά είναι γραφειοκρατική. «Εμείς είμαστε κοντά στην αγγλική κουλτούρα που θέλει όλα να διεκπεραιώνονται γραπτώς, ακόμη και τα αυτονόητα, χωρίς όμως να διαθέτουμε το δυνατό σημείο των Άγγλων» μας επισημαίνει. Η αγγλική διοίκηση έχει ραχοκοκαλιά και τα στελέχη της παραμένουν στις θέσεις τους κάθε φορά που γίνεται μια κυβερνητική αλλαγή. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι υπάλληλοι εκπονούν τα διοικητικά προγράμματα τόσο για τον υπουργό μιας συντηρητικής κυβέρνησης, όσο και για τον υπουργό των Εργατικών.
«Ο υπουργός βρίσκει έτοιμο το πρόγραμμα στο γραφείο του», αναφέρει και συμπληρώνει: «Εδώ, κάθε κυβερνητικό στέλεχος στήνει γύρω του έναν μηχανισμό εξουσίας που συνήθως παραγκωνίζει τη φυσική ιεραρχία, ή λειτουργεί παράλληλα. Έτσι, η εντολή από πάνω δεν διαχέεται προς τα κάτω. Όταν η κυβέρνηση δρομολογεί δράσεις ή ο υπουργός ζητεί κάτι, η διοίκηση... σφυρίζει αδιάφορα. Κανένας δεν υπακούει σε κανέναν. Γιατί δεν αισθανόμαστε την ανάγκη (σ.σ. πολιτικοί και υπάλληλοι) να γίνουν αλλαγές. Αυτό είναι το πρόβλημά μας και όχι η τεχνική βοήθεια, απ’ όπου κι προέρχεται».
Το ρευστό πολιτικό σκηνικό από την άλλη, η κακή οικονομική συγκυρία σε συνδυασμό με την απειλή των απολύσεων που επικρέμαται και τις μειώσεις μισθών που έχουν συντελεστεί, δυσχεραίνουν εξαιρετικά την όποια προσπάθεια που καταβάλλεται».
Όταν οι διαπιστώσεις αυτές γίνονται από υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, που συστηματικά συμμετέχει τα τελευταία χρόνια στο εγχείρημα του ανασχεδιασμού του κράτους, δεν μπορεί παρά να αποκαρδιώνουν, όχι μόνο τους εμπνευστές της διοικητικής μεταβολής, αλλά τους ίδιους τους πολίτες που βασανίζονται κατά τις συναλλαγές τους.
Τα χιλιάδες γραφειοκρατικά εμπόδια αποτρέπουν και πολύ συχνά ματαιώνουν δρομολογημένες ξένες επενδύσεις, υπογραμμίζει στην «Κ» το στέλεχος του υπουργείου, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το παζλ συμπληρώνεται με την αβεβαιότητα του φορολογικού περιβάλλοντος που αλλάζει σχεδόν κάθε χρόνο (ενώ θα έπρεπε να παραμένει σταθερό σε ορίζοντα 10ετίας), την πολυπλοκότητα του νομοθετικού πλαισίου (ειδικά σε ό,τι αφορά την ίδρυση νέων εταιρειών) και την υψηλή διαφθορά στις συναλλαγές με το Δημόσιο (ως αποτέλεσμα της βαθιάς γραφειοκρατίας).
«Δεν λειτουργεί το σύστημα», λεει με απογοήτευση και μας περιγράφει την πρόσφατη εμπειρία που είχε όταν επιχείρησε να κάνει έναν απλό συμψηφισμό χρεών στην Εφορία. Χρειάστηκαν τρεις ώρες και να περάσει από τέσσερα γκισέ, τη στιγμή που μία υπάλληλος είχε τη δυνατότητα με ένα απλό κλικ στον υπολογιστή της να διεκπεραιώσει την υπόθεση. Οταν ρωτήθηκε γιατί πρέπει να υποστεί την ταλαιπωρία της μετάβασης σε τέσσερα τμήματα, αφού έχει όλο το φορολογικό του «προφίλ» μπροστά στον υπολογιστή της, η υπάλληλος του απάντησε ότι θα πρέπει να αλλάξει ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας της Εφορίας με σχετικό Προεδρικό Διάταγμα.
Ελέγχει μόνο το 15%
«Θέλουμε να πατάξουμε ως κράτος τη φοροδιαφυγή και έχουμε το 85% των υπαλλήλων των εφοριών να κάνει τη λάντζα, να χαρτοσημαίνει και να διεκπεραιώνει, χωρίς να έχει την αρμοδιότητα να ελέγχει και μόλις το 15% μπορεί να διενεργεί ελέγχους και ένα περίπου 5% ασχολείται με τις δικαστικές υποθέσεις» λέει το διοικητικό στέλεχος του υπουργείου κουνώντας το κεφάλι του... «Πραγματικά δεν ξέρουμε πώς να καθαρίσουμε το κράτος από τη γραφειοκρατία».
Τι «βλέπουν» οι ειδικοί από τη Γαλλία
Το εγχείρημα του ανασχεδιασμού της διοίκησης παραμένει στα χέρια των Γάλλων εμπειρογνωμόνων και της Τask Force τους τελευταίους έξι μήνες. Πολλά τα προβλήματα, αλλά βήματα έχουν γίνει. Από την πρώτη στιγμή έχουν εντοπίσει τις παθογένειες του διοικητικού μας συστήματος: έλλειψη κεντρικού συντονισμού, πολλή γραφειοκρατία (7% του ΑΕΠ, όταν είναι 3% - 3,5% ο ευρωπαϊκός μ.ό.) νομοθετική τυπολατρία και κακή διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού.
Oι Γάλλοι «παρακολουθούν» από κοντά τις δράσεις για τη μείωση κατά 35% του κράτους, «βρίσκονται πίσω» από τα κριτήρια για την αξιολόγηση των δομών, καθοδηγούν, σχεδιάζουν τα βήματα, παρέχουν τη μεθοδολογία αναπαράγοντας κυρίως το γαλλικό μοντέλο.
Γιατί οι Γάλλοι και όχι, για παράδειγμα, οι Άγγλοι, ρωτήσαμε ένα από τα στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης. Οι Γάλλοι έχουν κάνει τρεις μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 15 χρόνια (ο αρχιτέκτονας του προγράμματος που βρίσκεται σε εξέλιξη, ηγείται της γαλλικής ομάδας), ξέρουν την τεχνογνωσία, το know how, είναι πιο συγκεντρωτικοί και έχουν γερούς μηχανισμούς συντονισμού που μας λείπουν, μας εκμυστηρεύεται.
Οι Αγγλοσάξονες μπορεί να έχουν αποτελεσματική διοίκηση, αλλά είναι γραφειοκρατική. «Εμείς είμαστε κοντά στην αγγλική κουλτούρα που θέλει όλα να διεκπεραιώνονται γραπτώς, ακόμη και τα αυτονόητα, χωρίς όμως να διαθέτουμε το δυνατό σημείο των Άγγλων» μας επισημαίνει. Η αγγλική διοίκηση έχει ραχοκοκαλιά και τα στελέχη της παραμένουν στις θέσεις τους κάθε φορά που γίνεται μια κυβερνητική αλλαγή. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι υπάλληλοι εκπονούν τα διοικητικά προγράμματα τόσο για τον υπουργό μιας συντηρητικής κυβέρνησης, όσο και για τον υπουργό των Εργατικών.
«Ο υπουργός βρίσκει έτοιμο το πρόγραμμα στο γραφείο του», αναφέρει και συμπληρώνει: «Εδώ, κάθε κυβερνητικό στέλεχος στήνει γύρω του έναν μηχανισμό εξουσίας που συνήθως παραγκωνίζει τη φυσική ιεραρχία, ή λειτουργεί παράλληλα. Έτσι, η εντολή από πάνω δεν διαχέεται προς τα κάτω. Όταν η κυβέρνηση δρομολογεί δράσεις ή ο υπουργός ζητεί κάτι, η διοίκηση... σφυρίζει αδιάφορα. Κανένας δεν υπακούει σε κανέναν. Γιατί δεν αισθανόμαστε την ανάγκη (σ.σ. πολιτικοί και υπάλληλοι) να γίνουν αλλαγές. Αυτό είναι το πρόβλημά μας και όχι η τεχνική βοήθεια, απ’ όπου κι προέρχεται».