Σύμφωνα με παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών, όλες οι φοροαπαλλαγές θα εξεταστούν από μηδενική βάση, σημειώνοντας ότι σήμερα το σύστημα των εκπτώσεων λειτουργεί με ελάχιστα έως καθόλου κοινωνικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να ευνοούνται κυρίως οι οικονομικά ισχυρές κοινωνικές ομάδες.
Σημειώνεται ότι η ανάγκη για επανεξέταση των φοροαπαλλαγών που ισχύουν σήμερα είχε τονισθεί πριν από εννέα χρόνια από την «επιτροπή Γεωργακόπουλου», λόγω της άνισης κατανομής τους. Συγκεκριμένα, στη σχετική έκθεση της επιτροπής αναφέρεται ότι ορισμένες εκπτώσεις από το εισόδημα ωφελούν περισσότερο τις υψηλές εισοδηματικές τάξεις εξαιτίας της προοδευτικότητας της κλίμακας. Oταν, για παράδειγμα, επιτρέπεται η έκπτωση ενός ποσού λ. χ. 500 ευρώ για τόκους πρώτης κατοικίας, ο φορολογούμενος με πολύ χαμηλό συντελεστή 5% κερδίζει μόνο 25 ευρώ, ενώ ο φορολογούμενος με υψηλό φορολογητέο εισόδημα του οποίου ο οριακός συντελεστής είναι 40% κερδίζει 200 ευρώ.
Δαπάνες μισθωμάτων για κύρια κατοικία, καθώς και των τέκνων που σπουδάζουν, τόκοι στεγαστικών δανείων (με ανώτατο όριο ποσού που θα εκπίπτει), δίδακτρα, ασφάλιστρα, ακόμα και το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ κ. λπ. θα βρεθούν στη μέγγενη του οικονομικού επιτελείου, δεδομένου ότι μέχρι το 2015 θα πρέπει να βρεθούν 22 δισ. ευρώ επιπλέον, εκ των οποίων τα 8 δισ. από τη φορολογία.
Σημειώνεται ότι πολλές κυβερνήσεις έχουν προσπαθήσει στο παρελθόν να καταστήσουν δικαιότερο το σύστημα των εκπτώσεων χωρίς καμία επιτυχία (ίσως και λόγω του πολιτικού κόστους δεν είχαν προχωρήσει σε αλλαγές) παρά τις συστάσεις διαφόρων επιτροπών που είχαν δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτό. Σημειώνεται ότι η κατάργηση των διαφόρων απαλλαγών με στόχο την επέκταση της φορολογικής βάσης και τον περιορισμό των διακριτικών παρεμβάσεων του φορολογικού συστήματος στην οικονομία υποστηρίζεται ευρύτατα στη διεθνή βιβλιογραφία και αποτέλεσε κοινό χαρακτηριστικό των μεταρρυθμίσεων που έγιναν τα τελευταία χρόνια στις διάφορες χώρες του ΟΟΣΑ.
Η χορήγηση απαλλαγών δημιουργεί τρία βασικά προβλήματα:
α) Xειροτερεύει την κατανομή των φορολογικών βαρών, διότι συνήθως ευνοεί περισσότερο τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις σε σχέση με τις κατώτερες, στις οποίες πολλές φορές δεν εξασφαλίζει κανένα όφελος.
β) Περιβάλλεται από αδιαφάνεια, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζει το κοινωνικό σύνολο ποιος ωφελείται ούτε ποιο είναι το μέγεθος της ωφέλειας που αποκομίζει κάθε φορολογούμενος, καθώς επίσης και ποιο είναι το συνολικό κόστος από τη χορήγηση μιας απαλλαγής.
γ) Περιπλέκει την όλη διαχείριση του φόρου και αυξάνει δραστικά το δημοσιονομικό κόστος και το κόστος συμμόρφωσης των φορολογουμένων.
Εκτός από τις φοροαπαλλαγές των φυσικών προσώπων, σημαντικές φοροαπαλλαγές απολαμβάνουν οι επιχειρήσεις, ενώ φοροαπαλλαγές ισχύουν και για ορισμένες μεταβιβάσεις ακίνητων. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσοι αγόρασαν το 2008 πρώτη κατοικία γλίτωσαν φόρους συνολικού ποσού άνω των 620 εκατ. ευρώ. Επίσης, από τους υπερ-μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ το κράτος χάνει ετησίως άνω των 550 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία υπουργείου Οικονομίας, το κόστος των φοροαπαλλαγών αγγίζει τα 8 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα:
– Οι δαπάνες για ασφάλιστρα ζωής, τόκους στεγαστικών δανείων, ενοίκια κατοικιών, ιατρικά έξοδα, δίδακτρα, ασφαλιστικές εισφορές κ. λπ. που εκπίπτουν από το εισόδημα ή από τον φόρο κοστίζουν κάθε χρόνο 3,4 δισ. ευρώ.
– Οι φοροαπαλλαγές για τις κληρονομιές, τις γονικές παροχές, τις δωρεές και τις μεταβιβάσεις ακινήτων ανέρχονται σε ένα δισ. ευρώ.
– Οι απαλλαγές για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ανέρχονται σε 2,4 δισ. ευρώ.
– Οι απαλλαγές για τα νομικά πρόσωπα ανέρχονται σε 292 εκατ. ευρώ και για τα ακίνητα που διαθέτουν σε 168 εκατ. ευρώ
– Οι απαλλαγές στο τέλος ταξινόμησης διαφόρων οχημάτων φθάνουν τα 117 εκατ. ευρώ.
– Οι απαλλαγές για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσεγγίζουν τα 100 εκατ. ευρώ.
Φορολογικοί συντελεστέςΤην περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης του ΦΠΑ, μέσω της μείωσης των περιπτώσεων στις οποίες εφαρμόζονται χαμηλοί συντελεστές, εξετάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ακολουθώντας τις προτάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το ΔΝΤ προτείνει ουσιαστικά τη μετάταξη μεγάλου αριθμού προϊόντων και υπηρεσιών από τον υπερμειωμένο και τον μειωμένο συντελεστή -που από την 1η-1-2011 θα είναι 6,5% και 13% αντίστοιχα- στον υψηλό συντελεστή 23%. Ζητείται επίσης η κατάργηση της εφαρμογής συντελεστών ΦΠΑ μειωμένων κατά 30% στα ελληνικά νησιά. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών το κόστος του ελληνικού Δημοσίου ανέρχεται στα 564,5 εκατ. ευρώ ετησίως (στοιχεία 2008) από τις ειδικές απαλλαγές και τις ρυθμίσεις που ισχύουν στον ΦΠΑ. Για παράδειγμα ο υπερμειωμένος συντελεστής ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου κοστίζει στο ελληνικό Δημόσιο 280,9 εκατ. ευρώ, ενώ για τα βιβλία, τα περιοδικά, τα θέατρα και τις εφημερίδες οι απώλειες του Δημοσίου φθάνουν τα 59 εκατ. ευρώ. Στο μεταξύ στις προθέσεις του οικονομικού επιτελείου είναι η κατάργηση του ΚΒΣ. Στο υπουργείο Οικονομικών έχει συσταθεί ομάδα εργασίας για την αξιολόγηση των διατάξεων του ΚΒΣ και την υποβολή προτάσεων στον υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου μέχρι τον Ιούνιο. Ο ΚΒΣ θα καταργηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2012. Σημειώνεται ότι ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων είναι ελληνική πατέντα. Οπως αναφέρει στέλεχος της ειδικής ομάδας εργασίας η κατάργηση των αναχρονιστικών διατάξεων του ΚΒΣ θα γίνει σταδιακά και θα κινείται στη λογική του περιορισμού της ταλαιπωρίας και των επισκέψεων των επιτηδευματιών στις εφορίες, αμβλύνοντας παράλληλα τα σημεία τριβής μεταξύ πολιτών και φορολογικών αρχών. Σημειώνεται ότι σχεδιάζεται η πλήρης κατάργηση της θεώρησης - διάτρησης των φορολογικών στοιχείων (τιμολογίων, αποδείξεων παροχής υπηρεσιών κ.λπ.).
kathimerini.gr