Αν κυκλοφορούσε στον κόσμο σήμερα, σίγουρα θα βρισκόταν σε κάποια πλατεία, κάπου ανάμεσα στον αλλόφρονα κόσμο, και θα προσπαθούσε να ξεσηκώσει τις ψυχές των ανθρώπων, για να τινάξουν από πάνω τους όλη τη σκουριά.
Οι σημερινοί άνθρωποι όμως δε θα στέκονταν να τον ακούσουν. Δεν έχουν χρόνο άλλωστε για τέτοια.
Ο χρόνος είναι χρήμα και οτιδήποτε δεν έχει χρήμα σπαταλά το χρόνο τους.
Ο Ιησούς στα χρόνια της πρώιμης παγκοσμιοποίησης (βλ. αχανής και πολυεθνική ρωμαϊκή αυτοκρατορία), τότε που ο κόσμος είχε ακόμη χρόνο για τέτοια, εγκαλούσε τους ψωροπερήφανους για την εγωπαθή σιγουριά τους πως όλα τα ξέρουν και τα κάνουν καλά και συνέτρωγε με τους αυτογνώστες αμαρτωλούς, με τελώνες, με ψαράδες,με πορτοφολάδες και με πόρνες.
Σε καταστάσεις βαθιάς κρίσης, όπως και σήμερα, σε εποχή επαναστατικού αναβρασμού, ο Ιησούς φώναζε: πριν ξεσηκωθείτε για να διώξετε τον τύραννο πάνω απ’ το κεφάλι σας, διώξτε τον τύραννο που κρύβετε μες στα σπλάχνα σας!
Στην αρχή όλα φαίνονταν πως πήγαιναν όπως τα ήθελε.
Παρελαύνοντας με γαϊδούρι μπήκε θριαμβευτικά στην πόλη και τον έραιναν με βάγια.
Όταν έφτασε η κρίσμιμη ώρα όμως, ο “σοφός λαός” έδωσε την ετυμηγορία του: “άρον, άρον σταύρωσον αυτόν”!
Γιατί τα ωσαννά γίναν κατηγόριες;
Γιατί;
Μάλλον επειδή δεν είχε έτοιμο σχέδιο με καταπέλτες, μπαζούκας και φυσεκλίκια, όπως είχαν οι ζηλωτές του Βαρραβά.
Είχε στο στόμα του μόνο κάτι αοριστίες.
Τους κάλεσε να αγαπήσουν αλλήλους.
“Και πού θα βρεις τα λεφτά ρε;” λένε πως τον ρώτησαν σε κάποιο πάνελ οι ζηλωτές.
Ένας αγανακτισμένος ήταν όμως μοναχά και δεν είχε να προτείνει σχέδια επί χάρτου.
Παρά μόνο έβαζε την αγάπη στο κέντρο του κόσμου του και προσπαθούσε να χτίσει γύρω απ’ αυτήν.
Τι μας λέει τώρα, ε…;
Τους ζήτησε να πάψουν να προσεύχονται φωναχτά και δημοσίως, σα να πρόκειται για show της Ρούλας, αλλά να προσεύχονται κρυμμένοι στο πιο σκοτεινό δωμάτιο του σπιτιού τους.
Εκεί που δεν φτάνει η υποκρισία. Εκεί που θα ήταν παρόντες μόνο εκείνοι κι ο Θεός.
Απέρριψε τον μύθο των άμεμπτων και αναμάρτητων κοσμοκηρύκων. Όταν φώναξε “ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω”… ούτε ο ίδιος δεν τόλμησε να σηκώσει πέτρα!
Ούτε τον εαυτό του δεν αναγόρευσε σε άσπιλο και αμόλυντο….
Απ’ το να φιλάει κατουρημένες ποδιές ισχυρών, προτιμούσε να του πλένει τα πόδια μια πόρνη και να την κάνει πιστή του ακόλουθο και όχι μόνο.
Γιατί δεν ήταν ηθικολόγος, ανέραστος και πουριτανός, όπως προσπαθεί να τον παρουσιάσει η Εκκλησία δυο χιλιάδες χρόνια τώρα.
Αυτός “ανάβει το καντήλι του, καπνίζουνε οι φίλοι του, θέλει το νου στα μέτρα μας και την καρδιά στα ντέρτια μας”, που ‘γραφε κι ο ποιητής…
Ο Ιησούς, λοιπόν, μίλησε για την επ-Ανάσταση των ψυχών.
Των ψυχών κυρίως και λιγότερο των σωμάτων.
Για δι’ ελέου και φόβου κάθαρση, σαν άλλος τραγωδός.
Ήταν σειρήνα, συναγερμός που ηχούσε σε αυτιά μη ακουόντων. Αλλά αυτός συνέχιζε γιατί κανείς δεν μπορούσε να βρει το κουμπί που σταματάει αυτός ο συναγερμός. Μόνο η εξόντωση θα ήταν λύση.
Σιχαινόταν το χρήμα και καθετί άλλο εξευτέλιζε την πνευματικότητα του ανθρώπου.
Όταν σήκωσε το καδρόνι στο προαύλιο του ναού, δε χτύπησε ούτε ένα κεφάλι.
Μόνο τα προϊόντα της κατανάλωσης χτύπησε. Τους πάγκους έσπασε. Όχι τα κεφάλια.
Τα κεφάλια τα ήθελε ζωντανά και υγιή. Έστω κι ένα απ’ αυτά να καταλάβαινε. Να άλλαζε γνώμη…
Δεν τα έβαζε με τον εύκολο εχθρό, τους Ρωμαίους.
Πριν απ’ τους Ρωμαίους επικυρίαρχους, έπρεπε να συντρίψει την συνεργαζόμενη μ’ αυτούς οικονομική, πολιτική και θρησκευτική άρχουσα τάξη.
Την ντόπια ολιγαρχία. Γι’ αυτό τον στοχοποίησαν.
Γιατί το να βρίζεις τους ξένους, τους επικυρίαρχους είναι το εύκολο.
Ακόμη κι οι Ρωμαίοι έκαναν τα στραβά μάτια σ’ αυτό.
“Ασ’ τους να λένε καμιά μαλακία να εκτονώνονται” έλεγαν.
Η ντόπια ελίτ όμως παρακολουθούσε με ανησυχία τον καινούριο κήρυκα.
Όταν ο Ιησούς τόλμησε και τα έβαλε με αυτήν, τότε το σχέδιο εξόντωσης ήταν πλέον θέμα χρόνου.
Γιατί αυτή είναι το πραγματικό σύστημα. Χωρίς αυτήν, δε θα υπήρχαν οι Ρωμαίοι εκεί.
Και αυτή η βρώμικη ντόπια ελίτ δεν έμενε μόνο στα τυπικά.
Αλλά βρώμιζε και την ψυχή του λαού της περιοχής έχοντας μονίμως τεταμένο το δάχτυλο σαν το θείο Σαμ.
Για να είναι μόνιμα ασφαλείς υπόδουλοι οι Ιουδαίοι, έπρεπε να ποτίζονται από την ντόπια ελίτ καθημερινά με τόνους υποκρισίας, άνωθεν διδασκαλίας και κάθε είδους διαφθοράς.
Αυτή τη διαφθορά της ψυχής ήρθε ο Ιησούς να αντιπαλέψει.
Τους πρότεινε να ψάξουν μέσα τους το καθαρτήριο της ψυχής.
Δεν τους έδωσε ούτε εντολές ούτε ενοχές ούτε εκβιασμούς.
Τους έδωσε μόνο το έναυσμα για να ξαναρχίσουν τη ζωή τους με άλλο προσανατολισμό.
Δεν έδωσε σαφείς εντολές.
Δεν είχε κατάλογο χρηστών πράξεων.
Δεν είχε τίποτα να προτείνει.
Παρά μόνο να αγαπήσει ο ένας τον άλλον.
Πολύ φλου για τα μέτρα ενός υλικού κόσμου.
Τι μπορεί να σημαίνει εξάλλου το “να σώσεις την ψυχή σου”;
Η ψυχή δεν είναι ούτε τσελεμεντές για να ασχολείται με μενού 40-ήμερων νηστειών, όπως πιστεύουν οι θεούσες, ούτε χημικές αντιδράσεις, όπως πιστεύουν οι υλιστές.
Είναι κάτι ακαθόριστο.
Και πώς να παλέψει κανείς να σώσει κάτι που δεν ξέρει καλά-καλά τί είναι και πού βρίσκεται;
Η ψυχή εξάλλου μόνο ένα σημάδι έχει δώσει στον άνθρωπο: το “τί θέλει”.
Αυτό είναι το μόνο σημείο ζωής που ‘χει δώσει.
Μόνο έτσι μπορεί να την εξερευνήσει κανείς.
Ο Ιησούς δεν ήρθε καν ως επαΐων να ανακοινώσει τη λίστα με τις ανάγκες της ψυχής.
Να δοκιμάσουν έναν σχεδόν αχαρτογράφητο δρόμο τους κάλεσε.
Να δοκιμάσουν να περαπτήσουν σ’ αυτόν κι αν δεν τους αρέσει, ας ξαναφύγουν.
Ήξερε καλά άλλωστε πως “δεν υπάρχει δρόμος. Τον δρόμο τον ανοίγεις περπατώντας”…
Οι άνθρωποι όμως δεν ακολούθησαν.
Ήθελαν κάποιον να τους προσφέρει μια έτοιμη και ολοκληρωμένη λύση.
“Εξαρχής κοστολογημένη”, που λένε.
Δηνάριο προς δηνάριο…
Να ξέρουν, βρε αδερφέ, αν τους συμφέρει!
Δυστυχώς γι’ αυτούς, ο Ιησούς δεν ήταν τεχνοκράτης της ψυχής.
Ένας αγανακτισμένος ήταν που έτρεχε στις πλατείες του κόσμου του και κήρυττε την αλήθεια του.
Ένας αγανακτισμένος που δεν είχε έτοιμο σχέδιο να προτείνει, παρά μόνο καλούσε και τους άλλους να αγανακτίσουν μαζί του για την πτώση του καθενός και όλων μαζί.
Να βγουν απ’ το καβούκι τους, να ξαναγνωριστούν ο ένας με τον άλλον και κυρίως ο καθένας με τον εαυτό του.
Τους υποσχέθηκε πως αν κάνουν το χατίρι της ψυχής τους, τότε δεν τους σταματάει τίποτα και κανένας.
Ακόμη κι αν τους σταυρώνουν συνεχώς, αυτοί κάθε φορά θα ανασταίνονται!
Μόνο που οι άνθρωποι ήθελαν και τεκμήρια. Μην τυχόν και ξεγελαστούν απ’ τις αοριστίες…
Ο Ιησούς τους μιλούσε συμβολικά για ανάσταση κι αυτοί περιμένανε να δουν το θαύμα κυριολεκτικά!
Αγανάκτισε λοιπόν ο Ιησούς και έδωσε στη Μαρία τη Μαγδαληνή την εντολή να διαδώσει τα δέοντα.
Αλλιώς δεν πιστεύει ο κόσμος. Δεν ακολουθεί.
Δεν είναι έτοιμος να σώσει την ψυχή του.
Γιατί προσπαθεί να σώσει την ψυχή με τα μέτρα της ύλης.
Όταν το εμπέδωσε, κατάλαβε ότι έπρεπε, έστω κι έτσι, να αφήσει κάτι καλό στον κόσμο.
Κι είπε να αφήσει κάτι απ’ την ψυχή του στα μέτρα της ύλης.
Και την τρίτη μέρα από τη σταύρωση είχε φύγει. Κανείς δεν ξέρει για πού.
Η Μαγδαληνή είπε πως αναστήθηκε…
Ο Ιησούς ήταν επανάσταση.
Καθαρή, φλου κι αχαρτογράφητη, όπως και κάθε πραγματική επανάσταση.
Αβέβαιη μες στην αλήθεια της και αληθινή μες στην αβεβαιότητά της.
Ο Χριστιανισμός όμως, είναι η μακροβιότερη αντεπανάσταση που γνώρισε ο κόσμος.
Αν μπορούσε ο δόλιος να φανταστεί ποιοι θα τον “επροσωπούσαν” και τί θα δίδασκαν γι’ αυτόν, μάλλον θα ξαναγύριζε και αυτή τη φορά με το καδρόνι μπορεί και να μην αρκούνταν στους πάγκους, αλλά να ’σπαζε και μερικά κεφάλια.
Μαζεστίξ.
tvxs.gr
Οι σημερινοί άνθρωποι όμως δε θα στέκονταν να τον ακούσουν. Δεν έχουν χρόνο άλλωστε για τέτοια.
Ο χρόνος είναι χρήμα και οτιδήποτε δεν έχει χρήμα σπαταλά το χρόνο τους.
Ο Ιησούς στα χρόνια της πρώιμης παγκοσμιοποίησης (βλ. αχανής και πολυεθνική ρωμαϊκή αυτοκρατορία), τότε που ο κόσμος είχε ακόμη χρόνο για τέτοια, εγκαλούσε τους ψωροπερήφανους για την εγωπαθή σιγουριά τους πως όλα τα ξέρουν και τα κάνουν καλά και συνέτρωγε με τους αυτογνώστες αμαρτωλούς, με τελώνες, με ψαράδες,με πορτοφολάδες και με πόρνες.
Σε καταστάσεις βαθιάς κρίσης, όπως και σήμερα, σε εποχή επαναστατικού αναβρασμού, ο Ιησούς φώναζε: πριν ξεσηκωθείτε για να διώξετε τον τύραννο πάνω απ’ το κεφάλι σας, διώξτε τον τύραννο που κρύβετε μες στα σπλάχνα σας!
Στην αρχή όλα φαίνονταν πως πήγαιναν όπως τα ήθελε.
Παρελαύνοντας με γαϊδούρι μπήκε θριαμβευτικά στην πόλη και τον έραιναν με βάγια.
Όταν έφτασε η κρίσμιμη ώρα όμως, ο “σοφός λαός” έδωσε την ετυμηγορία του: “άρον, άρον σταύρωσον αυτόν”!
Γιατί τα ωσαννά γίναν κατηγόριες;
Γιατί;
Μάλλον επειδή δεν είχε έτοιμο σχέδιο με καταπέλτες, μπαζούκας και φυσεκλίκια, όπως είχαν οι ζηλωτές του Βαρραβά.
Είχε στο στόμα του μόνο κάτι αοριστίες.
Τους κάλεσε να αγαπήσουν αλλήλους.
“Και πού θα βρεις τα λεφτά ρε;” λένε πως τον ρώτησαν σε κάποιο πάνελ οι ζηλωτές.
Ένας αγανακτισμένος ήταν όμως μοναχά και δεν είχε να προτείνει σχέδια επί χάρτου.
Παρά μόνο έβαζε την αγάπη στο κέντρο του κόσμου του και προσπαθούσε να χτίσει γύρω απ’ αυτήν.
Τι μας λέει τώρα, ε…;
Τους ζήτησε να πάψουν να προσεύχονται φωναχτά και δημοσίως, σα να πρόκειται για show της Ρούλας, αλλά να προσεύχονται κρυμμένοι στο πιο σκοτεινό δωμάτιο του σπιτιού τους.
Εκεί που δεν φτάνει η υποκρισία. Εκεί που θα ήταν παρόντες μόνο εκείνοι κι ο Θεός.
Απέρριψε τον μύθο των άμεμπτων και αναμάρτητων κοσμοκηρύκων. Όταν φώναξε “ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω”… ούτε ο ίδιος δεν τόλμησε να σηκώσει πέτρα!
Ούτε τον εαυτό του δεν αναγόρευσε σε άσπιλο και αμόλυντο….
Απ’ το να φιλάει κατουρημένες ποδιές ισχυρών, προτιμούσε να του πλένει τα πόδια μια πόρνη και να την κάνει πιστή του ακόλουθο και όχι μόνο.
Γιατί δεν ήταν ηθικολόγος, ανέραστος και πουριτανός, όπως προσπαθεί να τον παρουσιάσει η Εκκλησία δυο χιλιάδες χρόνια τώρα.
Αυτός “ανάβει το καντήλι του, καπνίζουνε οι φίλοι του, θέλει το νου στα μέτρα μας και την καρδιά στα ντέρτια μας”, που ‘γραφε κι ο ποιητής…
Ο Ιησούς, λοιπόν, μίλησε για την επ-Ανάσταση των ψυχών.
Των ψυχών κυρίως και λιγότερο των σωμάτων.
Για δι’ ελέου και φόβου κάθαρση, σαν άλλος τραγωδός.
Ήταν σειρήνα, συναγερμός που ηχούσε σε αυτιά μη ακουόντων. Αλλά αυτός συνέχιζε γιατί κανείς δεν μπορούσε να βρει το κουμπί που σταματάει αυτός ο συναγερμός. Μόνο η εξόντωση θα ήταν λύση.
Σιχαινόταν το χρήμα και καθετί άλλο εξευτέλιζε την πνευματικότητα του ανθρώπου.
Όταν σήκωσε το καδρόνι στο προαύλιο του ναού, δε χτύπησε ούτε ένα κεφάλι.
Μόνο τα προϊόντα της κατανάλωσης χτύπησε. Τους πάγκους έσπασε. Όχι τα κεφάλια.
Τα κεφάλια τα ήθελε ζωντανά και υγιή. Έστω κι ένα απ’ αυτά να καταλάβαινε. Να άλλαζε γνώμη…
Δεν τα έβαζε με τον εύκολο εχθρό, τους Ρωμαίους.
Πριν απ’ τους Ρωμαίους επικυρίαρχους, έπρεπε να συντρίψει την συνεργαζόμενη μ’ αυτούς οικονομική, πολιτική και θρησκευτική άρχουσα τάξη.
Την ντόπια ολιγαρχία. Γι’ αυτό τον στοχοποίησαν.
Γιατί το να βρίζεις τους ξένους, τους επικυρίαρχους είναι το εύκολο.
Ακόμη κι οι Ρωμαίοι έκαναν τα στραβά μάτια σ’ αυτό.
“Ασ’ τους να λένε καμιά μαλακία να εκτονώνονται” έλεγαν.
Η ντόπια ελίτ όμως παρακολουθούσε με ανησυχία τον καινούριο κήρυκα.
Όταν ο Ιησούς τόλμησε και τα έβαλε με αυτήν, τότε το σχέδιο εξόντωσης ήταν πλέον θέμα χρόνου.
Γιατί αυτή είναι το πραγματικό σύστημα. Χωρίς αυτήν, δε θα υπήρχαν οι Ρωμαίοι εκεί.
Και αυτή η βρώμικη ντόπια ελίτ δεν έμενε μόνο στα τυπικά.
Αλλά βρώμιζε και την ψυχή του λαού της περιοχής έχοντας μονίμως τεταμένο το δάχτυλο σαν το θείο Σαμ.
Για να είναι μόνιμα ασφαλείς υπόδουλοι οι Ιουδαίοι, έπρεπε να ποτίζονται από την ντόπια ελίτ καθημερινά με τόνους υποκρισίας, άνωθεν διδασκαλίας και κάθε είδους διαφθοράς.
Αυτή τη διαφθορά της ψυχής ήρθε ο Ιησούς να αντιπαλέψει.
Τους πρότεινε να ψάξουν μέσα τους το καθαρτήριο της ψυχής.
Δεν τους έδωσε ούτε εντολές ούτε ενοχές ούτε εκβιασμούς.
Τους έδωσε μόνο το έναυσμα για να ξαναρχίσουν τη ζωή τους με άλλο προσανατολισμό.
Δεν έδωσε σαφείς εντολές.
Δεν είχε κατάλογο χρηστών πράξεων.
Δεν είχε τίποτα να προτείνει.
Παρά μόνο να αγαπήσει ο ένας τον άλλον.
Πολύ φλου για τα μέτρα ενός υλικού κόσμου.
Τι μπορεί να σημαίνει εξάλλου το “να σώσεις την ψυχή σου”;
Η ψυχή δεν είναι ούτε τσελεμεντές για να ασχολείται με μενού 40-ήμερων νηστειών, όπως πιστεύουν οι θεούσες, ούτε χημικές αντιδράσεις, όπως πιστεύουν οι υλιστές.
Είναι κάτι ακαθόριστο.
Και πώς να παλέψει κανείς να σώσει κάτι που δεν ξέρει καλά-καλά τί είναι και πού βρίσκεται;
Η ψυχή εξάλλου μόνο ένα σημάδι έχει δώσει στον άνθρωπο: το “τί θέλει”.
Αυτό είναι το μόνο σημείο ζωής που ‘χει δώσει.
Μόνο έτσι μπορεί να την εξερευνήσει κανείς.
Ο Ιησούς δεν ήρθε καν ως επαΐων να ανακοινώσει τη λίστα με τις ανάγκες της ψυχής.
Να δοκιμάσουν έναν σχεδόν αχαρτογράφητο δρόμο τους κάλεσε.
Να δοκιμάσουν να περαπτήσουν σ’ αυτόν κι αν δεν τους αρέσει, ας ξαναφύγουν.
Ήξερε καλά άλλωστε πως “δεν υπάρχει δρόμος. Τον δρόμο τον ανοίγεις περπατώντας”…
Οι άνθρωποι όμως δεν ακολούθησαν.
Ήθελαν κάποιον να τους προσφέρει μια έτοιμη και ολοκληρωμένη λύση.
“Εξαρχής κοστολογημένη”, που λένε.
Δηνάριο προς δηνάριο…
Να ξέρουν, βρε αδερφέ, αν τους συμφέρει!
Δυστυχώς γι’ αυτούς, ο Ιησούς δεν ήταν τεχνοκράτης της ψυχής.
Ένας αγανακτισμένος ήταν που έτρεχε στις πλατείες του κόσμου του και κήρυττε την αλήθεια του.
Ένας αγανακτισμένος που δεν είχε έτοιμο σχέδιο να προτείνει, παρά μόνο καλούσε και τους άλλους να αγανακτίσουν μαζί του για την πτώση του καθενός και όλων μαζί.
Να βγουν απ’ το καβούκι τους, να ξαναγνωριστούν ο ένας με τον άλλον και κυρίως ο καθένας με τον εαυτό του.
Τους υποσχέθηκε πως αν κάνουν το χατίρι της ψυχής τους, τότε δεν τους σταματάει τίποτα και κανένας.
Ακόμη κι αν τους σταυρώνουν συνεχώς, αυτοί κάθε φορά θα ανασταίνονται!
Μόνο που οι άνθρωποι ήθελαν και τεκμήρια. Μην τυχόν και ξεγελαστούν απ’ τις αοριστίες…
Ο Ιησούς τους μιλούσε συμβολικά για ανάσταση κι αυτοί περιμένανε να δουν το θαύμα κυριολεκτικά!
Αγανάκτισε λοιπόν ο Ιησούς και έδωσε στη Μαρία τη Μαγδαληνή την εντολή να διαδώσει τα δέοντα.
Αλλιώς δεν πιστεύει ο κόσμος. Δεν ακολουθεί.
Δεν είναι έτοιμος να σώσει την ψυχή του.
Γιατί προσπαθεί να σώσει την ψυχή με τα μέτρα της ύλης.
Όταν το εμπέδωσε, κατάλαβε ότι έπρεπε, έστω κι έτσι, να αφήσει κάτι καλό στον κόσμο.
Κι είπε να αφήσει κάτι απ’ την ψυχή του στα μέτρα της ύλης.
Και την τρίτη μέρα από τη σταύρωση είχε φύγει. Κανείς δεν ξέρει για πού.
Η Μαγδαληνή είπε πως αναστήθηκε…
Ο Ιησούς ήταν επανάσταση.
Καθαρή, φλου κι αχαρτογράφητη, όπως και κάθε πραγματική επανάσταση.
Αβέβαιη μες στην αλήθεια της και αληθινή μες στην αβεβαιότητά της.
Ο Χριστιανισμός όμως, είναι η μακροβιότερη αντεπανάσταση που γνώρισε ο κόσμος.
Αν μπορούσε ο δόλιος να φανταστεί ποιοι θα τον “επροσωπούσαν” και τί θα δίδασκαν γι’ αυτόν, μάλλον θα ξαναγύριζε και αυτή τη φορά με το καδρόνι μπορεί και να μην αρκούνταν στους πάγκους, αλλά να ’σπαζε και μερικά κεφάλια.
Μαζεστίξ.
tvxs.gr