«Σχεδόν
κωμικό» χαρακτηρίζει το βρετανικό δίκτυο BBC το σκάνδαλο της «λίστας
Λαγκάρντ» που «κυριαρχεί εδώ και μήνες στην Ελλάδα», τονίζοντας ότι,
πίσω από τους σημαντικούς συμβολισμούς του, κρύβεται το οξύ πρόβλημα της
«φοροδιαφυγής των εχόντων», αλλά και η δίψα της ελληνικής κοινωνίας για
ίση μεταχείριση των πολιτών.
Στο επίκεντρο του «σκανδάλου της λίστας Λαγκάρντ… σκοτεινής ιστορίας συγκαλύψεων και πολιτικής ίντριγκας» όπως τη χαρακτηρίζει ο ανταποκριτής του βρετανικού δικτύου Μαρκ Λόουεν, «δεν βρίσκονται οι αριθμοί, αλλά η ηθική τάξη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο δημοσιογράφος, παραπέμποντας σε δηλώσεις του Παύλου Τσίμα.
«Από οικονομικής και δημοσιονομικής απόψεως, αυτό που μπορεί να βγάλει κανείς από τη λίστα Λαγκάρντ δεν είναι πολύ: το ανώτερο 600 εκ. ευρώ», λέει ο κ. Τσίμας. «Από συμβολικής απόψεως ωστόσο (η λίστα Λαγκάρντ) είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί πρόκειται για μία υπόθεση που η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει κάτι για να πάρει λεφτά από τους πλούσιους και στην πραγματικότητα δεν έκανε απολύτως τίποτα, αλλά προσπάθησε να την αποκρύψει», λέει ο γνωστός πολιτικός σχολιαστής.
«Ο ίδιος ο κ. Παπακωνσταντίνου αρνήθηκε να μιλήσει στο BBC. Σε συνέντευξή του στην κρατική τηλεόραση ωστόσο υποστήριξε ότι δεν έσβησε τα ονόματα (σσ των συγγενών του) από τη λίστα», αναφέρει το ρεπορτάζ, το οποίο φιλοξενεί δηλώσεις της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίας Ζωής Κωνσταντοπούλου, κατά την οποία «και οι δύο πρώην υπουργοί Οικονομικών έδρασαν με τρόπο απαράδεκτο: την ώρα που χτυπούσαν τον ελληνικό λαό με νέους φόρους, εξαπέλυαν επίθεση κατά των αδυνάτων και άφηναν τους πλούσιους στο απυρόβλητο», όπως λέει χαρακτηριστικά.
Χαρακτηρίζοντας το ΣΔΟΕ «τόπο μυστικοπάθειας» και τη φοροδιαφυγή «επί μακρόν εθνικό σπορ», το βρετανικό δίκτυο φιλοξενεί συνέντευξη του αναπληρωτή διευθυντή συντονισμένων ελέγχων, κ. Θοδωρή Φλωράτου. «Κάθε μέρα έχουμε 30 με 40 περιπτώσεις (ελέγχων)», λέει ο κ. Φλωράτος, τονίζοντας ότι «η νοοτροπία στη Βόρεια Ευρώπη είναι διαφορετική», αλλά «τον τελευταίο καιρό τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν αρχίσει να αλλάζουν, διεξάγονται πιο αυστηροί έλεγχοι», όπως αναφέρει.
«Στα καφέ ωστόσο του Κολωνακίου», λέει ο Λόουεν, «μπορεί να δει κανείς κόσμο με σακούλες Prada, Gucci, ενώ πάνω από τους μισούς γιατρούς που έχουν τα γραφεία τους στην περιοχή εντοπίστηκαν να φοροδιαφεύγουν».
«Το σκάνδαλο Λαγκάρντ, όπως λέει ο πολιτικός σχολιαστής Παύλος Τσίμας, έχει φουντώσει την έχθρα προς τους έχοντες, καθώς και την ανάγκη να κατηγορηθεί κάποιος για την κρίση», σχολιάζει ο Λόουεν.
«Υπάρχει ένα διάχυτο αίσθημα ότι κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης και των πολιτικών λιτότητας τα τρία τελευταία χρόνια αυτή η ανισότητα μεγάλωσε ακόμα πιο πολύ, και τώρα υπάρχει η αίσθηση ότι οι πολιτικοί είναι αυτοί που είναι υπεύθυνοι για το ότι έγινε στην Ελλάδα», λέει ο Τσίμας. «Οι πολιτικοί δεν έχουν πληρώσει το τίμημα και ο κόσμος βλέπει (στο σκάνδαλο) μία ευκαιρία να πληρώσουν κάποιοι πολιτικοί ένα κάποιο τίμημα. Το να βρεις κάποιον και να τον κατηγορείς για όλα είναι πολύ ανακουφιστικό», όπως σχολιάζει ο Τσίμας.
Του λόγου του αληθές: «Στους δρόμους ο κόσμος ζητά την κεφαλή επί πίνακι του Παπακωνσταντίνου και άλλων που εμπλέκονται στην υπόθεση», αναφέρει ο Λόουεν. «Είμαι εξαγριωμένη», δηλώνει μία κοπέλα στο δημοσιογράφο, ενώ κάποιος άλλος περαστικός χαρακτηρίζει την υπόθεση «σχεδόν κωμική», υποστηρίζοντας ότι «το πολιτικό σύστημα βρήκε τώρα τον τέλειο αποδιοπομπαίο τράγο».
«Δεν νομίζω ότι ο κόσμος πιστεύει ότι θα τιμωρηθεί κάποιος γι’αυτό που έκανε», λέει από την πλευρά της μία άλλη κοπέλα. «Ο κόσμος ωστόσο επιθυμεί να τιμωρηθεί για μία φορά κάποιος, ένας πολιτικός», συμπληρώνει.
«Το κύμα της κοινωνικής αναταραχής ωστόσο εδώ», επισημαίνει ο Λόουεν, «καταδεικνύει το μέγεθος της οργής έναντι του πολιτικού κατεστημένου. Οι Ελληνες ξέσπασαν στη λίστα Λαγκάρντ γιατί την είδαν ως μία τρανή απόδειξη αυτού που ήδη πίστευαν: ότι η διαφθορά εξακολουθεί να τρώει τα σωθικά αυτής της γεμάτης προβλήματα χώρας και ότι υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά για τους έχοντες και μη έχοντες», καταλήγει ο Βρετανός δημοσιογράφος.
Πηγή: to vima
Στο επίκεντρο του «σκανδάλου της λίστας Λαγκάρντ… σκοτεινής ιστορίας συγκαλύψεων και πολιτικής ίντριγκας» όπως τη χαρακτηρίζει ο ανταποκριτής του βρετανικού δικτύου Μαρκ Λόουεν, «δεν βρίσκονται οι αριθμοί, αλλά η ηθική τάξη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο δημοσιογράφος, παραπέμποντας σε δηλώσεις του Παύλου Τσίμα.
«Από οικονομικής και δημοσιονομικής απόψεως, αυτό που μπορεί να βγάλει κανείς από τη λίστα Λαγκάρντ δεν είναι πολύ: το ανώτερο 600 εκ. ευρώ», λέει ο κ. Τσίμας. «Από συμβολικής απόψεως ωστόσο (η λίστα Λαγκάρντ) είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί πρόκειται για μία υπόθεση που η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει κάτι για να πάρει λεφτά από τους πλούσιους και στην πραγματικότητα δεν έκανε απολύτως τίποτα, αλλά προσπάθησε να την αποκρύψει», λέει ο γνωστός πολιτικός σχολιαστής.
«Ο ίδιος ο κ. Παπακωνσταντίνου αρνήθηκε να μιλήσει στο BBC. Σε συνέντευξή του στην κρατική τηλεόραση ωστόσο υποστήριξε ότι δεν έσβησε τα ονόματα (σσ των συγγενών του) από τη λίστα», αναφέρει το ρεπορτάζ, το οποίο φιλοξενεί δηλώσεις της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίας Ζωής Κωνσταντοπούλου, κατά την οποία «και οι δύο πρώην υπουργοί Οικονομικών έδρασαν με τρόπο απαράδεκτο: την ώρα που χτυπούσαν τον ελληνικό λαό με νέους φόρους, εξαπέλυαν επίθεση κατά των αδυνάτων και άφηναν τους πλούσιους στο απυρόβλητο», όπως λέει χαρακτηριστικά.
Χαρακτηρίζοντας το ΣΔΟΕ «τόπο μυστικοπάθειας» και τη φοροδιαφυγή «επί μακρόν εθνικό σπορ», το βρετανικό δίκτυο φιλοξενεί συνέντευξη του αναπληρωτή διευθυντή συντονισμένων ελέγχων, κ. Θοδωρή Φλωράτου. «Κάθε μέρα έχουμε 30 με 40 περιπτώσεις (ελέγχων)», λέει ο κ. Φλωράτος, τονίζοντας ότι «η νοοτροπία στη Βόρεια Ευρώπη είναι διαφορετική», αλλά «τον τελευταίο καιρό τα πράγματα στην Ελλάδα έχουν αρχίσει να αλλάζουν, διεξάγονται πιο αυστηροί έλεγχοι», όπως αναφέρει.
«Στα καφέ ωστόσο του Κολωνακίου», λέει ο Λόουεν, «μπορεί να δει κανείς κόσμο με σακούλες Prada, Gucci, ενώ πάνω από τους μισούς γιατρούς που έχουν τα γραφεία τους στην περιοχή εντοπίστηκαν να φοροδιαφεύγουν».
«Το σκάνδαλο Λαγκάρντ, όπως λέει ο πολιτικός σχολιαστής Παύλος Τσίμας, έχει φουντώσει την έχθρα προς τους έχοντες, καθώς και την ανάγκη να κατηγορηθεί κάποιος για την κρίση», σχολιάζει ο Λόουεν.
«Υπάρχει ένα διάχυτο αίσθημα ότι κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσης και των πολιτικών λιτότητας τα τρία τελευταία χρόνια αυτή η ανισότητα μεγάλωσε ακόμα πιο πολύ, και τώρα υπάρχει η αίσθηση ότι οι πολιτικοί είναι αυτοί που είναι υπεύθυνοι για το ότι έγινε στην Ελλάδα», λέει ο Τσίμας. «Οι πολιτικοί δεν έχουν πληρώσει το τίμημα και ο κόσμος βλέπει (στο σκάνδαλο) μία ευκαιρία να πληρώσουν κάποιοι πολιτικοί ένα κάποιο τίμημα. Το να βρεις κάποιον και να τον κατηγορείς για όλα είναι πολύ ανακουφιστικό», όπως σχολιάζει ο Τσίμας.
Του λόγου του αληθές: «Στους δρόμους ο κόσμος ζητά την κεφαλή επί πίνακι του Παπακωνσταντίνου και άλλων που εμπλέκονται στην υπόθεση», αναφέρει ο Λόουεν. «Είμαι εξαγριωμένη», δηλώνει μία κοπέλα στο δημοσιογράφο, ενώ κάποιος άλλος περαστικός χαρακτηρίζει την υπόθεση «σχεδόν κωμική», υποστηρίζοντας ότι «το πολιτικό σύστημα βρήκε τώρα τον τέλειο αποδιοπομπαίο τράγο».
«Δεν νομίζω ότι ο κόσμος πιστεύει ότι θα τιμωρηθεί κάποιος γι’αυτό που έκανε», λέει από την πλευρά της μία άλλη κοπέλα. «Ο κόσμος ωστόσο επιθυμεί να τιμωρηθεί για μία φορά κάποιος, ένας πολιτικός», συμπληρώνει.
«Το κύμα της κοινωνικής αναταραχής ωστόσο εδώ», επισημαίνει ο Λόουεν, «καταδεικνύει το μέγεθος της οργής έναντι του πολιτικού κατεστημένου. Οι Ελληνες ξέσπασαν στη λίστα Λαγκάρντ γιατί την είδαν ως μία τρανή απόδειξη αυτού που ήδη πίστευαν: ότι η διαφθορά εξακολουθεί να τρώει τα σωθικά αυτής της γεμάτης προβλήματα χώρας και ότι υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά για τους έχοντες και μη έχοντες», καταλήγει ο Βρετανός δημοσιογράφος.
Πηγή: to vima