Συρρίκνωση άνευ προηγουμένου καταγράφει το μέσο εισόδημα των Ελλήνων, καθώς, έχει «επιστρέψει» οκτώ χρόνια πίσω, δηλαδή στα επίπεδα του 2005, ενώ ταυτόχρονα, η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην ΕΕ σε φορολογικά βάρη σε φυσικά πρόσωπα αι επιχειρήσεις.
Η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, καταδεικνύει αυτό το παράδοξο, ότι την ώρα που τα εισοδήματα έχουν καταβαραθρωθεί, η φορολογική επιβάρυνση των πολιτών παραμένει πολύ υψηλή.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Εθνους της Κυριακής», την ώρα που στο εσωτερικό τα εισοδήματα μειώνονται, στην Ευρωζώνη παρατηρείται αύξηση, μεγαλώνοντας περισσότερο την ψαλίδα με την Ελλάδα.
Από τα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής προκύπτει ότι το πρώτο τρίμηνο το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών ανήλθε στα 30.4500, ποσό που παραπέμπει στο πρώτο τρίμηνο του 2005 (29.670 ευρώ), ενώ στο διάστημα που ακολούθησε δεν καταγράφεται μικρότερη τιμή.
Επιπρόσθετα από το 2010 που η Ελλάδα προσέφυγε στον Μηχανισμό Στήριξης και άρχισαν οι περικοπές αποδοχών και οι αυξήσεις φόρων, το εισόδημα έχει μειωθεί κατά περίπου 8.000 ευρώ ή 20,8%.
Ειδικότερα, από το τρίτο τρίμηνο του 2012 έως το τρίτο τρίμηνο του 2013, η πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος ήταν της τάξης του 8%, δηλαδή, στην ουσία, τα νοικοκυριά έχασαν 2,6 δισ. σε αυτό το διάστημα, καθώς το συνολικό εισόδημα από τα 33,0 δισ. ευρώ υποχώρησε στα 30,4 δισ. ευρώ.
Αυτή αρνητική εξέλιξη, όπως αναφέρει η εφημερίδα, αποδίδεται στην πτώση κατά 9.9% των αποδοχών των εργαζομένων και στη μείωση κατά 8,2% των κοινωνικών παροχών που λαμβάνουν τα νοικοκυριά.
Την ίδια στιγμή μη τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 10,2% στο τρίτο τρίμηνο του 2013 και διαμορφώθηκε στα 32,4 δισ. ευρώ έναντι των 36,1% δισ ευρώ το 2012.
Παράλληλα, αύξηση κατά 1,1% σημείωσε σε ετήσια βάση στο τρίτο τρίμηνο του 2013 το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Ευρωζώνης, έναντι αύξησης 0,1% στο δεύτερο τρίμηνο του ίδιου έτους, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΚΤ. Ως εκ τούτου ανοδικά κινήθηκε και η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών καθώς αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 1% στο τρίτο τρίμηνο έναντι 0,6% στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο.
Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν η αύξηση του ετήσιου ρυθμού της ακαθάριστης αποταμίευσης των νοικοκυριών κατά 3,1% από πτώση 2,3% στο δεύτερο τρίμηνο. Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών διαμορφώθηκε στο 13% έναντι 13,2% το τρίτο τρίμηνο του 2012.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της χρηματοδότησης των νοικοκυριών παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος στο 0,8% από 0,7% στο προηγούμενο τρίμηνο, ενώ σταθερός διατηρήθηκε και ο ρυθμός αύξησης των χρηματοπιστωτικών επενδύσεών τους στο 1,8%. Το χρέος τους ως ποσοστό του ΑΕΠ της Ευρωζώνης διαμορφώθηκε στο 64,7% (από 65,4% στο τρίτο τρίμηνο του 2012).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ακαθάριστο διαθέσιμο των νοικοκυριών της Ευρωζώνης, κινείται ανοδικά από τις αρχές που ξέσπασε η κρίση χρέους.
Αναλυτικότερα, την περίοδο 2010-2011 ενισχύθηκε κατά 2,17%, την περίοδο 2011-2012 κατά 0,30% και την περίοδο 2012-2013 κατά 0,20% φτάνοντας σωρευτικά στο τρίτο τρίμηνο πέρυσι στα 6,25 τρισ. Ευρώ.
Πέφτουν βροχή οι φόροι
Κατά τη διάρκεια της κρίσης μισθωτοί, συνταξιούχοι και ελεύθεροι επαγγελματίες ήλθαν αντιμέτωποι με μια πραγματική φοροκαταιγίδα, καθώς, όπως φανερώνουν τα στοιχεία, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων και ακίνητης περιουσίας έχουν επταπλασιαστεί.
Πέρα από τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις τα εισοδήματα συρρικνώθηκαν και εξαιτίας της αυξημένης φορολόγησης , ενώ, με βάση τα στοιχεία της έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους η Ελλάδα έχει την πρώτη θέση στην ΕΕ αναφορικά με τα φορολογικά βάρη.
Μάλιστα στην έκθεση υπογραμμίζεται πως «η περαιτέρω άσκηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη βαριά φορολογουμένων, δεν συνεπάγεται περισσότερα φορολογικά έσοδα λόγω εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας και ενίσχυσης της φοροδιαφυγής».
Γι' αυτό και διατυπώνεται η εκτίμηση πως είναι πιθανό να μην επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 2,9 δισ. ευρώ εντός του 2014.
Πιο αναλυτικά ο ΦΠΑ διαμορφώνεται στο 23% έναντι 21,5% στην Ε.Ε. και 20,5% στην Ευρωζώνη. Ο ανώτερος συντελεστής φόρου εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 46% έναντι 39,5% στην Ε.Ε. και 44,5% στην Ευρωζώνη, ενώ ο ανώτερος συντελεστής φόρου για τα νομικά πρόσωπα διαμορφώνεται στο 26% από 21,8% στην Ε.Ε. και 25,9% στη Ζώνη του ευρώ.
Στην έκθεση αναφέρονται τα ακόλουθα δεδομένα που πιστοποιούν την υπερφορολόγηση των πολιτών:
Οι ανώτατοι φορολογικοί συντελεστές για κάθε κατηγορία εισοδήματος στην πραγματικότητα είναι μεγαλύτεροι, καθώς με την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται επιπλέον φόρος από 1% έως 4%.
Ο φόρος εισοδήματος για μισθωτούς και συνταξιούχους έχει έως και επταπλασιαστεί από το 2010 μέχρι σήμερα, ενώ ο φόρος που θα πληρώσουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα είναι αυξημένος έως και εννέα φορές.
Το συνολικό ποσό που πληρώνουν οι φορολογούμενοι για τα ακίνητα επταπλασιάστηκε από το 2009 φτάνοντας τα 3,5 δισ. ευρώ από μόλις 500 εκατ. ευρώ.
Στα ακίνητα προστέθηκε και ο φόρος υπεραξίας.
Ο ΦΠΑ αυξήθηκε από το 2010 τέσσερις φορές.
Τα τεκμήρια και τα τέλη κυκλοφορίας αυξήθηκαν από το 2010 δύο φορές, ενώ οι φόροι στα καύσιμα τρεις φορές.
Η εξίσωση των φορολογικών συντελεστών στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης οδήγησε σε αύξηση των φόρων κατά 450%.
Πηγή: iefimerida.gr
Η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, καταδεικνύει αυτό το παράδοξο, ότι την ώρα που τα εισοδήματα έχουν καταβαραθρωθεί, η φορολογική επιβάρυνση των πολιτών παραμένει πολύ υψηλή.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Εθνους της Κυριακής», την ώρα που στο εσωτερικό τα εισοδήματα μειώνονται, στην Ευρωζώνη παρατηρείται αύξηση, μεγαλώνοντας περισσότερο την ψαλίδα με την Ελλάδα.
Από τα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής προκύπτει ότι το πρώτο τρίμηνο το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών ανήλθε στα 30.4500, ποσό που παραπέμπει στο πρώτο τρίμηνο του 2005 (29.670 ευρώ), ενώ στο διάστημα που ακολούθησε δεν καταγράφεται μικρότερη τιμή.
Επιπρόσθετα από το 2010 που η Ελλάδα προσέφυγε στον Μηχανισμό Στήριξης και άρχισαν οι περικοπές αποδοχών και οι αυξήσεις φόρων, το εισόδημα έχει μειωθεί κατά περίπου 8.000 ευρώ ή 20,8%.
Ειδικότερα, από το τρίτο τρίμηνο του 2012 έως το τρίτο τρίμηνο του 2013, η πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος ήταν της τάξης του 8%, δηλαδή, στην ουσία, τα νοικοκυριά έχασαν 2,6 δισ. σε αυτό το διάστημα, καθώς το συνολικό εισόδημα από τα 33,0 δισ. ευρώ υποχώρησε στα 30,4 δισ. ευρώ.
Αυτή αρνητική εξέλιξη, όπως αναφέρει η εφημερίδα, αποδίδεται στην πτώση κατά 9.9% των αποδοχών των εργαζομένων και στη μείωση κατά 8,2% των κοινωνικών παροχών που λαμβάνουν τα νοικοκυριά.
Την ίδια στιγμή μη τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 10,2% στο τρίτο τρίμηνο του 2013 και διαμορφώθηκε στα 32,4 δισ. ευρώ έναντι των 36,1% δισ ευρώ το 2012.
Παράλληλα, αύξηση κατά 1,1% σημείωσε σε ετήσια βάση στο τρίτο τρίμηνο του 2013 το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Ευρωζώνης, έναντι αύξησης 0,1% στο δεύτερο τρίμηνο του ίδιου έτους, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΚΤ. Ως εκ τούτου ανοδικά κινήθηκε και η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών καθώς αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 1% στο τρίτο τρίμηνο έναντι 0,6% στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο.
Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν η αύξηση του ετήσιου ρυθμού της ακαθάριστης αποταμίευσης των νοικοκυριών κατά 3,1% από πτώση 2,3% στο δεύτερο τρίμηνο. Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών διαμορφώθηκε στο 13% έναντι 13,2% το τρίτο τρίμηνο του 2012.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της χρηματοδότησης των νοικοκυριών παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος στο 0,8% από 0,7% στο προηγούμενο τρίμηνο, ενώ σταθερός διατηρήθηκε και ο ρυθμός αύξησης των χρηματοπιστωτικών επενδύσεών τους στο 1,8%. Το χρέος τους ως ποσοστό του ΑΕΠ της Ευρωζώνης διαμορφώθηκε στο 64,7% (από 65,4% στο τρίτο τρίμηνο του 2012).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ακαθάριστο διαθέσιμο των νοικοκυριών της Ευρωζώνης, κινείται ανοδικά από τις αρχές που ξέσπασε η κρίση χρέους.
Αναλυτικότερα, την περίοδο 2010-2011 ενισχύθηκε κατά 2,17%, την περίοδο 2011-2012 κατά 0,30% και την περίοδο 2012-2013 κατά 0,20% φτάνοντας σωρευτικά στο τρίτο τρίμηνο πέρυσι στα 6,25 τρισ. Ευρώ.
Πέφτουν βροχή οι φόροι
Κατά τη διάρκεια της κρίσης μισθωτοί, συνταξιούχοι και ελεύθεροι επαγγελματίες ήλθαν αντιμέτωποι με μια πραγματική φοροκαταιγίδα, καθώς, όπως φανερώνουν τα στοιχεία, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων και ακίνητης περιουσίας έχουν επταπλασιαστεί.
Πέρα από τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις τα εισοδήματα συρρικνώθηκαν και εξαιτίας της αυξημένης φορολόγησης , ενώ, με βάση τα στοιχεία της έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους η Ελλάδα έχει την πρώτη θέση στην ΕΕ αναφορικά με τα φορολογικά βάρη.
Μάλιστα στην έκθεση υπογραμμίζεται πως «η περαιτέρω άσκηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη βαριά φορολογουμένων, δεν συνεπάγεται περισσότερα φορολογικά έσοδα λόγω εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας και ενίσχυσης της φοροδιαφυγής».
Γι' αυτό και διατυπώνεται η εκτίμηση πως είναι πιθανό να μην επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 2,9 δισ. ευρώ εντός του 2014.
Πιο αναλυτικά ο ΦΠΑ διαμορφώνεται στο 23% έναντι 21,5% στην Ε.Ε. και 20,5% στην Ευρωζώνη. Ο ανώτερος συντελεστής φόρου εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 46% έναντι 39,5% στην Ε.Ε. και 44,5% στην Ευρωζώνη, ενώ ο ανώτερος συντελεστής φόρου για τα νομικά πρόσωπα διαμορφώνεται στο 26% από 21,8% στην Ε.Ε. και 25,9% στη Ζώνη του ευρώ.
Στην έκθεση αναφέρονται τα ακόλουθα δεδομένα που πιστοποιούν την υπερφορολόγηση των πολιτών:
Οι ανώτατοι φορολογικοί συντελεστές για κάθε κατηγορία εισοδήματος στην πραγματικότητα είναι μεγαλύτεροι, καθώς με την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται επιπλέον φόρος από 1% έως 4%.
Ο φόρος εισοδήματος για μισθωτούς και συνταξιούχους έχει έως και επταπλασιαστεί από το 2010 μέχρι σήμερα, ενώ ο φόρος που θα πληρώσουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα είναι αυξημένος έως και εννέα φορές.
Το συνολικό ποσό που πληρώνουν οι φορολογούμενοι για τα ακίνητα επταπλασιάστηκε από το 2009 φτάνοντας τα 3,5 δισ. ευρώ από μόλις 500 εκατ. ευρώ.
Στα ακίνητα προστέθηκε και ο φόρος υπεραξίας.
Ο ΦΠΑ αυξήθηκε από το 2010 τέσσερις φορές.
Τα τεκμήρια και τα τέλη κυκλοφορίας αυξήθηκαν από το 2010 δύο φορές, ενώ οι φόροι στα καύσιμα τρεις φορές.
Η εξίσωση των φορολογικών συντελεστών στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης οδήγησε σε αύξηση των φόρων κατά 450%.
Πηγή: iefimerida.gr