Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Στα 1.406 ευρώ το μέσο ύψος της δωροδοκίας στην Ελλάδα

Σύμφωνα με τη νεότερη έκδοση του Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας (για το έτος 2013), η Ελλάδα, παρότι παρουσιάζει τάσεις αντιμετώπισης του φαινομένου –αναβαθμίστηκε από την 94η στην 80ή θέση μεταξύ 177 χωρών– εξακολουθεί να είναι η πιο διεφθαρμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η μικροδιαφθορά υπολογίζεται ότι κόστισε 554 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα το 2011, έναντι 632 εκατ. ευρώ το 2010. Η Διεθνής Διαφάνεια εκτιμά για το 2011 ότι το μέσο ύψος δωροδοκίας στην Ελλάδα ήταν 1.406 ευρώ. Ανά κατηγορία, στα δημόσια νοσοκομεία μία επέμβαση «κοστίζει» (σε φακελάκια) από 100 έως 30.000 ευρώ, ο «μαύρος» συμβιβασμός ενός φορολογικού ελέγχου από 100 έως 20.000 ευρώ και η έκδοση μιας οικοδομικής άδειας από 200 έως 8.000 ευρώ. Στον ιδιωτικό τομέα, το επιπλέον κίνητρο για τον εξεταστή στο τεστ οδήγησης κυμαινόταν από 40 έως 500 ευρώ.

Η οργάνωση Global Financial Integrity, που καταπολεμά την παράνομη εκροή κεφαλαίων από αναπτυσσόμενες χώρες, υπολογίζει ότι στη δεκαετία 2000-09 ποσά ύψους 120 δισ. ευρώ μεταβιβάστηκαν παρανόμως εκτός Ελλάδος (έσοδα από δωροδοκίες, μη φορολογημένες καταθέσεις). Η αρχική διάσωση της Ελλάδας, υπενθυμίζεται, ήταν 110 δισ. ευρώ.

Βάσει των δεικτών ποιοτικής διακυβέρνησης της Παγκόσμιας Τράπεζας, η Ελλάδα βρίσκεται σε μία μέση κατηγορία μαζί με χώρες του πρώην Σοσιαλιστικού Μπλοκ, όπως η Ρουμανία και η Τσεχία.

Ωστόσο, απέχει σημαντικά από την κατηγορία με τις καλύτερες επιδόσεις, στην οποία ανήκουν μεσογειακές χώρες με ταραγμένη πρόσφατη πολιτική ιστορία, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία.

«Καρότο» και «μαστίγιο»

Σε εργασία του που θα δημοσιευθεί προσεχώς σε έκδοση της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, ο Θοδωρής Πελαγίδης, του Πανεπιστημίου Πειραιώς και του ινστιτούτου Brookings, σημειώνει ότι η αντιμετώπιση της διαφθοράς απαιτεί συνδυασμό τακτικών «καρότου» και «μαστίγιου», οι οποίες όμως ενδέχεται να είναι αναποτελεσματικές σε χώρες με αδύναμους θεσμούς, σαν την Ελλάδα. Οπως γράφει: «Η στρατηγική του “καρότου” αφορά συνήθως στον υψηλότερο μισθό και τις καλύτερες συνθήκες εργασίας. Ωστόσο, όταν η παραοικονομία διπλασιάζει και τριπλασιάζει τον μισθό ενός υπαλλήλου, τότε ακόμη και μια γενναία αύξηση του επίσημου μισθού μπορεί να αποβεί αναποτελεσματική». Κατά τον Πελαγίδη, «το πιο αποτελεσματικό “μαστίγιο” είναι ο συνδυασμός συχνών και αποτελεσματικών ελέγχων που εντοπίζουν τις παραβάσεις και που συνοδεύονται από την επιβολή μικρών σχετικά ποινών. Ετσι, το τελικό τίμημα της διαφθοράς για τους συστηματικά εμπλεκoμένους σε αυτήν είναι υψηλό, αλλά αυτό απορρέει από την μεγάλη πιθανότητα εντοπισμού και επιβολής του προστίμου και όχι τόσο από το ύψος του προστίμου». Οπως παρατηρεί ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, σε συνθήκες γενικευμένης διαφθοράς «εύκολα γίνεται αποδεκτό από τους ψηφοφόρους ότι μόνο η πολύ αυστηρή τιμωρία μπορεί να φέρει την ισορροπία σε χαμηλότερο επίπεδο. Στην περίπτωση αυτή, η διάδοση της διαφθοράς εξυπηρετείται εναλλακτικά από τη μικρή πιθανότητα εντοπισμού της, αλλά πάντα θα υπάρχουν κάποιοι, λίγοι, άτυχοι οι οποίοι θα πρέπει να υποστούν τις δρακόντειες ποινές που προβλέπονται».

Στην εργασία του, ο Πελαγίδης χαρακτηρίζει το Διαδίκτυο «ισχυρό σύμμαχο» στον πόλεμο κατά της διαφθοράς, σημειώνοντας ότι «αποδιοργανώνει την κλεπτοκρατία των μεσιτών στις αγορές». Για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, παρατηρεί ότι, παρότι σε φυσιολογικές χώρες οι δημόσιες αποκαλύψεις συμβάλλουν στη διαφάνεια και στην καλύτερη πληροφόρηση, σε χώρες με αδύνατους θεσμούς δεν σχετίζονται με μειωμένη διαφθορά. Επιπλέον, η υπερβολική έκθεση σε δημαγωγικά ΜΜΕ «μπορεί να οδηγεί στη σφαίρα της πολιτικής χαμηλού επιπέδου πολιτικούς», ενώ «διαφθορά στα ανώτερα γραφειοκρατικά ή και η ομηρία στα πολιτικά κλιμάκια δίνουν “μήνυμα διαφθοράς” και στα κατώτερα» (ίσως κάτι από αυτά να ηχεί οικείο στον αναγνώστη).

Για την επίδραση του Μνημονίου στο στάτους κβο, ο οικονομολόγος παρατηρεί: «Οι μεταρρυθμίσεις που έως σήμερα [...] έχουν επιβληθεί από την Ελλάδα στους πιστωτές της αναμένεται να κάνουν τη διαφθορά να υποχωρήσει, αν και η παράνομη, άτυπη οικονομία, η μήτρα της διαφθοράς, δεν φαίνεται να έχει περιοριστεί σημαντικά». Οπως συμπεραίνει, «το ελληνικό φαινόμενο είναι πραγματικά πολύ ανθεκτικό και αυτό φαίνεται σήμερα ιδιαιτέρως, που η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίση και παρά το ότι έχουν, εκ των πραγμάτων, συντελεστεί τεράστιες αλλαγές στη χώρα». Το κόστος μετάβασης από την κλεπτοκρατική αναρχία σε ένα κράτος δικαίου, όπως σημειώνει, καθίσταται υπερβολικά «ακριβό» από τη δράση των ομάδων συμφερόντων που ωφελούνται από το παλαιό καθεστώς και που έχουν διαβρώσει κράτος, κόμματα και ΜΜΕ.

kathimerini.gr