Όποιος θέλει να προστατεύσει την υγεία του πρέπει να μειώσει στο μισό την κατανάλωση ζάχαρης, ανακοίνωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Σε νέες οδηγίες που εξέδωσε αναφέρει πως η μείωση της ζάχαρης σε λιγότερο από το 5% των ημερήσιων θερμίδων παρέχει...
...«πρόσθετα οφέλη» και προσθέτει ότι αυτή είναι η ιδεώδης ποσότητα που πρέπει να καταναλώνεται.
Για τους ενήλικες, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 6 κοφτά κουταλάκια του καφέ ζάχαρη, αλλά δεν συμπεριλαμβάνει μόνον όση εμείς προσθέτουμε στη διατροφή μας (λ.χ. στον καφέ ή στα γλυκά που φτιάχνουμε στο σπίτι) αλλά και εκείνη που είναι «κρυμμένη» στα τρόφιμα του εμπορίου.
Ο ΠΟΥ παραδέχεται, ωστόσο, ότι είναι «πιο ρεαλιστικός στόχος» η προγενέστερη σύστασή του, σύμφωνα με την οποία από ζάχαρη πρέπει να προέρχεται λιγότερο από το 10% των ημερήσιων θερμίδων.
Αυτό αντιστοιχεί σε λιγότερο από 12 κουταλάκια του γλυκού για τους ενήλικες.
Η σύσταση του ΠΟΥ για τα παιδιά είναι να μην τρώνε πάνω από 6 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη την ημέρα.
Αυτό, όμως, αυτομάτως σημαίνει ότι όχι μόνο δεν πρέπει να τρώνε ολόκληρες πλάκες σοκολάτας ή πολλά επεξεργασμένα δημητριακά πρωινού, αλλά δεν πρέπει να πίνουν ούτε αναψυκτικά και φρουτοχυμούς με ζάχαρη.
Ένα κουτάκι των 330 ml κανονικού αναψυκτικού περιέχει 7 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη, ενώ 250 ml φρουτοποτού ή χυμού με ζάχαρη μπορεί να ξεπεράσει τα 6.
Οι νέες οδηγίες καταρτίστηκαν έπειτα από μία σειρά μεγάλων μελετών, που κατέδειξαν την συσχέτιση της ζάχαρης με την παχυσαρκία και άλλα δεινά, και υπογράμμισαν τους κινδύνους από την «κρυφή ζάχαρη» που υπάρχει σε πάρα πολλά τρόφιμα του εμπορίου.
Η σύσταση του ΠΟΥ αφορά όλους τους μονοσακχαρίτες (σε αυτούς ανήκουν λ.χ. η γλυκόζη και η φρουκτόζη) και τους δισακχαρίτες (σε αυτούς ανήκει η ζάχαρη που επιστημονικά ονομάζεται σουκρόζη).
Τα σάκχαρα αυτά εκ φύσεως υπάρχουν σε τρόφιμα όπως το μέλι και οι φρέσκοι φρουτοχυμοί, αλλά προστίθενται κιόλας σε δεκάδες προϊόντα - από τα σιρόπια μέχρι τα γιαούρτια και τα δημητριακά για πρωινό.
Ο ΠΟΥ προειδοποιεί ότι τρώμε πάρα πολλή «κρυφή» ζάχαρη όταν καταναλώνουμε επεξεργασμένα τρόφιμα και ροφήματα.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διαβάζουμε προσεκτικά τις ετικέτες των τροφίμων, διότι η ζάχαρη αναγράφεται σε αυτές μαζί με τους υδατάνθρακες (η ένδειξη «εκ των οποίων σάκχαρα» αφορά ουσιαστικά την ζάχαρη).
«Η σύσταση για κατανάλωση ζάχαρης σε ποσοστό κάτω από 5% των ημερήσιων θερμίδων είναι η ιδανική, αλλά κάτω από 10% είναι ένας πιο ρεαλιστικός στόχος», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο δρ Φρανσέσκο Μπράνκα, διευθυντής Διατροφής της Υγείας & Ανάπτυξης του ΠΟΥ.
«Ελάχιστες χώρες έχουν κατανάλωση ζάχαρης κάτω από 10%, αλλά ο στόχος πρέπει να είναι το 5%», πρόσθεσε.
Ο δρ Μπράνκα πρόσθεσε ότι από παχυσαρκία πάσχουν μισό δισεκατομμύριο άνθρωπο σε όλο τον κόσμο, με τον αριθμό τους να αυξάνεται ασταμάτητα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Εκτός από την παχυσαρκία, η υπερκατανάλωση ζάχαρης σχετίζεται επίσης με αύξηση των τριγλυκεριδίων στο αίμα και του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη, καθώς και με τερηδόνα και με αυξημένο κίνδυνο άνοιας.
Εξαιτίας της παχυσαρκίας, εξάλλου, αυξάνει εμμέσως και τον κίνδυνο καρκίνου (το 4% των κρουσμάτων καρκίνου στους άντρες και το 7% στις γυναίκες οφείλονται στην παχυσαρκία, σύμφωνα με το Εθνικό Ίδρυμα Καρκίνου των ΗΠΑ).
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ
...«πρόσθετα οφέλη» και προσθέτει ότι αυτή είναι η ιδεώδης ποσότητα που πρέπει να καταναλώνεται.
Για τους ενήλικες, το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 6 κοφτά κουταλάκια του καφέ ζάχαρη, αλλά δεν συμπεριλαμβάνει μόνον όση εμείς προσθέτουμε στη διατροφή μας (λ.χ. στον καφέ ή στα γλυκά που φτιάχνουμε στο σπίτι) αλλά και εκείνη που είναι «κρυμμένη» στα τρόφιμα του εμπορίου.
Ο ΠΟΥ παραδέχεται, ωστόσο, ότι είναι «πιο ρεαλιστικός στόχος» η προγενέστερη σύστασή του, σύμφωνα με την οποία από ζάχαρη πρέπει να προέρχεται λιγότερο από το 10% των ημερήσιων θερμίδων.
Αυτό αντιστοιχεί σε λιγότερο από 12 κουταλάκια του γλυκού για τους ενήλικες.
Η σύσταση του ΠΟΥ για τα παιδιά είναι να μην τρώνε πάνω από 6 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη την ημέρα.
Αυτό, όμως, αυτομάτως σημαίνει ότι όχι μόνο δεν πρέπει να τρώνε ολόκληρες πλάκες σοκολάτας ή πολλά επεξεργασμένα δημητριακά πρωινού, αλλά δεν πρέπει να πίνουν ούτε αναψυκτικά και φρουτοχυμούς με ζάχαρη.
Ένα κουτάκι των 330 ml κανονικού αναψυκτικού περιέχει 7 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη, ενώ 250 ml φρουτοποτού ή χυμού με ζάχαρη μπορεί να ξεπεράσει τα 6.
Οι νέες οδηγίες καταρτίστηκαν έπειτα από μία σειρά μεγάλων μελετών, που κατέδειξαν την συσχέτιση της ζάχαρης με την παχυσαρκία και άλλα δεινά, και υπογράμμισαν τους κινδύνους από την «κρυφή ζάχαρη» που υπάρχει σε πάρα πολλά τρόφιμα του εμπορίου.
Η σύσταση του ΠΟΥ αφορά όλους τους μονοσακχαρίτες (σε αυτούς ανήκουν λ.χ. η γλυκόζη και η φρουκτόζη) και τους δισακχαρίτες (σε αυτούς ανήκει η ζάχαρη που επιστημονικά ονομάζεται σουκρόζη).
Τα σάκχαρα αυτά εκ φύσεως υπάρχουν σε τρόφιμα όπως το μέλι και οι φρέσκοι φρουτοχυμοί, αλλά προστίθενται κιόλας σε δεκάδες προϊόντα - από τα σιρόπια μέχρι τα γιαούρτια και τα δημητριακά για πρωινό.
Ο ΠΟΥ προειδοποιεί ότι τρώμε πάρα πολλή «κρυφή» ζάχαρη όταν καταναλώνουμε επεξεργασμένα τρόφιμα και ροφήματα.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διαβάζουμε προσεκτικά τις ετικέτες των τροφίμων, διότι η ζάχαρη αναγράφεται σε αυτές μαζί με τους υδατάνθρακες (η ένδειξη «εκ των οποίων σάκχαρα» αφορά ουσιαστικά την ζάχαρη).
«Η σύσταση για κατανάλωση ζάχαρης σε ποσοστό κάτω από 5% των ημερήσιων θερμίδων είναι η ιδανική, αλλά κάτω από 10% είναι ένας πιο ρεαλιστικός στόχος», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ο δρ Φρανσέσκο Μπράνκα, διευθυντής Διατροφής της Υγείας & Ανάπτυξης του ΠΟΥ.
«Ελάχιστες χώρες έχουν κατανάλωση ζάχαρης κάτω από 10%, αλλά ο στόχος πρέπει να είναι το 5%», πρόσθεσε.
Ο δρ Μπράνκα πρόσθεσε ότι από παχυσαρκία πάσχουν μισό δισεκατομμύριο άνθρωπο σε όλο τον κόσμο, με τον αριθμό τους να αυξάνεται ασταμάτητα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Εκτός από την παχυσαρκία, η υπερκατανάλωση ζάχαρης σχετίζεται επίσης με αύξηση των τριγλυκεριδίων στο αίμα και του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη, καθώς και με τερηδόνα και με αυξημένο κίνδυνο άνοιας.
Εξαιτίας της παχυσαρκίας, εξάλλου, αυξάνει εμμέσως και τον κίνδυνο καρκίνου (το 4% των κρουσμάτων καρκίνου στους άντρες και το 7% στις γυναίκες οφείλονται στην παχυσαρκία, σύμφωνα με το Εθνικό Ίδρυμα Καρκίνου των ΗΠΑ).
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ