Σελίδες ολόκληρες μπορεί να γράψει κανείς σχολιάζοντας την “ανησυχία” του πρωθυπουργού για τις τιμές στις υπηρεσίες του τουρισμού, η οποία, όπως αναφέρουν οι σχετικές διαρροές, εκφράστηκε σε επικοινωνία του με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ Α. Ανδρεάδη. Ας μείνουμε σε ορισμένα απλά και στοιχειώδη. Για αρχή, η παρέμβαση Σαμαρά…
…φαίνεται να προκλήθηκε από σειρά δημοσιευμάτων των τελευταίων ημερών, για υπερβολικές αυξήσεις τιμών ξενοδοχείων - “έως και 100%”, όπως ανέφεραν οι τίτλοι - τα περισσότερα από τα οποία βασίζονταν στην γνωστή μας έρευνα του διαδικτυακού portal σύγκρισης τιμών trivago και σε ορισμένες περιπτώσεις σε πρόχειρες έρευνες αγοράς που έγιναν από συγκεκριμένα media. Είχαμε δηλαδή μία παρέμβαση πρωθυπουργού, βασιζόμενη σε μία έρευνα και σε δημοσιεύματα, εστιασμένα μόνον στις τιμές των ξενοδοχείων.
Η ίδια η έρευνα της trivago βέβαια, δείχνει αύξηση τον Ιούνιο, κατά μέσο όρο, 21% και αυτό το 100% που έπαιξε παντού, αφορά μόνον το Ημεροβίγλι, στη Σαντορίνη. Στην Κρήτη για παράδειγμα, ο μέσος όρος αύξησης είναι γύρω στο 25%, ενώ στη Ρόδο είναι 7% και στην Κέρκυρα, μόλις 2%.
“Σας φαίνεται λογικό;”, επομένως, κατά πως λέει και η διαφήμιση;
Το θέμα των τιμών των ξενοδοχείων, ξεκινάει από πέρυσι. Όταν τα περισσότερα συμβόλαια που κλείστηκαν με τους tour operators για τη φετινή περίοδο, είχαν μία μέση αύξηση μεταξύ 3%-5%, απολύτως λογική φυσικά, ύστερα από πέντε χρόνια μεγάλων μειώσεων και μηδενικών αυξήσεων. Το αντίστοιχο των tour operators για τους Έλληνες, είναι τα τουριστικά γραφεία, που και αυτά έχουν εξασφαλίσει δωμάτια σε ξενοδοχεία σε καλύτερες τιμές.
Όπως ισχύει παγκοσμίως στις ελεύθερες αγορές, ο αριθμός των διαθέσιμων δωματίων στα ξενοδοχεία για φέτος, καθορίζει και τις τιμές προσφοράς τους. Κάθε επιχείρηση αξιολογεί, υπολογίζει και προσφέρει τιμές, τις οποίες, έλληνες και ξένοι, βλέπουμε στο internet, είτε μέσω των portals κρατήσεων, είτε απευθείας στα sites των ξενοδοχείων. Και εκεί, αν ψάξει κανείς προσεκτικά, θα βρει τιμές… “τέρατα” παραλογισμού (όπως σχολιάζαμε και εμείς προ ημερών) σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος, αλλά θα βρει και τιμές αρκετά πιο λογικές, στους ίδιους προορισμούς.
Είναι σαφές και στον πλέον αδαή, όμως, ότι όποιος θέλει να πάει διακοπές φέτος σε αυτούς τους προορισμούς, τους πιο προβεβλημένους και δημοφιλείς για τη φετινή περίοδο, δεν μπορεί να περιμένει ότι θα πετύχει και πολλές ευκαιρίες. Ειδικά όταν αρχίζουμε να ψάχνουμε Ιούλιο για να ταξιδέψουμε Αύγουστο.
Μία πιο πραγματική εικόνα, που προφανώς διέφυγε αυτών που ενημέρωσαν τον πρωθυπουργό, είναι ότι υπάρχουν περιοχές ολόκληρες της χώρας, στις οποίες οι τιμές καταγράφουν οριακές διακυμάνσεις και μικρές αυξήσεις, σε σχέση με πέρυσι.
Φυσικά, πάντα θα υπάρχουν εκείνοι που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν μία κατάσταση, επιχειρώντας να βγάλουν πολλαπλάσιο κέρδος, γρήγορα και εύκολα, παίζοντας με τη διαθεσιμότητα των μονάδων τους. Αυτό πάντα γινόταν και πάντα θα γίνεται, γιατί πρακτικά, δεν υπάρχει τρόπος να ελεγχθούν όσοι ακολουθούν αυτήν την πεπατημένη, ειδικά όταν είναι προφανές, ότι αυτούς τους επιχειρηματίες δεν τους απασχολεί το αύριο αλλά το τώρα. Μόνο που εκτός του αυθόρμητου “κακό της κεφαλής τους”, ζημιώνουν, βέβαια και συνολικά τον προορισμό.
Ειδικά για την περίπτωση της Αθήνας, όπως παραδέχονται όλοι, καταγράφεται σημαντική αύξηση τιμών, που σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, είναι κατά μέσο όρο συνολικά για την περίοδο 10% και σύμφωνα με την trivago, τον Ιούνιο πάντα, είναι στο 35%. Το ερώτημα είναι το εξής: Ύστερα από έξι χρόνια καθίζησης των τιμών στην πρωτεύουσα, ποιο ποσοστό θεωρείται παράλογο ως προς την αύξηση των τιμών και ποιος καθορίζει αυτόν τον χαρακτηρισμό; Φέτος, υπήρχαν μέρες στην Αθήνα, κατά τις οποίες τα διαθέσιμα δωμάτια ήταν ελάχιστα. Η τιμή διάθεσής τους, είναι θέμα επιχειρηματικής πρακτικής αλλά και της επιχειρηματικής παιδείας του καθενός.
Η οποία “επιχειρηματική παιδεία”, τελικά, είναι και η έννοια-κλειδί, σε όλη αυτήν τη συζήτηση. Και είναι ευνόητο, ότι το φλέγον θέμα του εσωτερικού τουρισμού, το οποίο διασυνδέεται με σοβαρές κοινωνικές διαστάσεις, χρήζει μελετημένης και συντονισμένης προσέγγισης.
Δεν είναι, όμως, μόνον τα ξενοδοχεία που συνθέτουν το παζλ των τιμών στον Τουρισμό. Και σε αυτά τα άλλα παιδία, απλώς αναπαράγουμε τη δήλωση του επικεφαλής του ΣΔΟΕ ότι το κράτος φέτος αδυνατεί να ελέγξει την αγορά γιατί είναι σφόδρα υποστελεχωμένο.
Επιπρόσθετα, δεν είδαμε κάποια παρέμβαση για τις τιμές σε άλλους τομείς, όπως η ακτοπλοίας. Και θα θέλαμε πολύ μία τέτοια παρέμβαση ή και εξήγηση, έστω, στο γιατί μία τετραμελής οικογένεια με ΙΧ, π.χ. για να κατέβει με πλοίο στην Κρήτη, πρέπει να πληρώσει γύρω στα 400-450 ευρώ.
Αυτά προς το παρόν.
Tourism Lobby
…φαίνεται να προκλήθηκε από σειρά δημοσιευμάτων των τελευταίων ημερών, για υπερβολικές αυξήσεις τιμών ξενοδοχείων - “έως και 100%”, όπως ανέφεραν οι τίτλοι - τα περισσότερα από τα οποία βασίζονταν στην γνωστή μας έρευνα του διαδικτυακού portal σύγκρισης τιμών trivago και σε ορισμένες περιπτώσεις σε πρόχειρες έρευνες αγοράς που έγιναν από συγκεκριμένα media. Είχαμε δηλαδή μία παρέμβαση πρωθυπουργού, βασιζόμενη σε μία έρευνα και σε δημοσιεύματα, εστιασμένα μόνον στις τιμές των ξενοδοχείων.
Η ίδια η έρευνα της trivago βέβαια, δείχνει αύξηση τον Ιούνιο, κατά μέσο όρο, 21% και αυτό το 100% που έπαιξε παντού, αφορά μόνον το Ημεροβίγλι, στη Σαντορίνη. Στην Κρήτη για παράδειγμα, ο μέσος όρος αύξησης είναι γύρω στο 25%, ενώ στη Ρόδο είναι 7% και στην Κέρκυρα, μόλις 2%.
“Σας φαίνεται λογικό;”, επομένως, κατά πως λέει και η διαφήμιση;
Το θέμα των τιμών των ξενοδοχείων, ξεκινάει από πέρυσι. Όταν τα περισσότερα συμβόλαια που κλείστηκαν με τους tour operators για τη φετινή περίοδο, είχαν μία μέση αύξηση μεταξύ 3%-5%, απολύτως λογική φυσικά, ύστερα από πέντε χρόνια μεγάλων μειώσεων και μηδενικών αυξήσεων. Το αντίστοιχο των tour operators για τους Έλληνες, είναι τα τουριστικά γραφεία, που και αυτά έχουν εξασφαλίσει δωμάτια σε ξενοδοχεία σε καλύτερες τιμές.
Όπως ισχύει παγκοσμίως στις ελεύθερες αγορές, ο αριθμός των διαθέσιμων δωματίων στα ξενοδοχεία για φέτος, καθορίζει και τις τιμές προσφοράς τους. Κάθε επιχείρηση αξιολογεί, υπολογίζει και προσφέρει τιμές, τις οποίες, έλληνες και ξένοι, βλέπουμε στο internet, είτε μέσω των portals κρατήσεων, είτε απευθείας στα sites των ξενοδοχείων. Και εκεί, αν ψάξει κανείς προσεκτικά, θα βρει τιμές… “τέρατα” παραλογισμού (όπως σχολιάζαμε και εμείς προ ημερών) σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος, αλλά θα βρει και τιμές αρκετά πιο λογικές, στους ίδιους προορισμούς.
Είναι σαφές και στον πλέον αδαή, όμως, ότι όποιος θέλει να πάει διακοπές φέτος σε αυτούς τους προορισμούς, τους πιο προβεβλημένους και δημοφιλείς για τη φετινή περίοδο, δεν μπορεί να περιμένει ότι θα πετύχει και πολλές ευκαιρίες. Ειδικά όταν αρχίζουμε να ψάχνουμε Ιούλιο για να ταξιδέψουμε Αύγουστο.
Μία πιο πραγματική εικόνα, που προφανώς διέφυγε αυτών που ενημέρωσαν τον πρωθυπουργό, είναι ότι υπάρχουν περιοχές ολόκληρες της χώρας, στις οποίες οι τιμές καταγράφουν οριακές διακυμάνσεις και μικρές αυξήσεις, σε σχέση με πέρυσι.
Φυσικά, πάντα θα υπάρχουν εκείνοι που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν μία κατάσταση, επιχειρώντας να βγάλουν πολλαπλάσιο κέρδος, γρήγορα και εύκολα, παίζοντας με τη διαθεσιμότητα των μονάδων τους. Αυτό πάντα γινόταν και πάντα θα γίνεται, γιατί πρακτικά, δεν υπάρχει τρόπος να ελεγχθούν όσοι ακολουθούν αυτήν την πεπατημένη, ειδικά όταν είναι προφανές, ότι αυτούς τους επιχειρηματίες δεν τους απασχολεί το αύριο αλλά το τώρα. Μόνο που εκτός του αυθόρμητου “κακό της κεφαλής τους”, ζημιώνουν, βέβαια και συνολικά τον προορισμό.
Ειδικά για την περίπτωση της Αθήνας, όπως παραδέχονται όλοι, καταγράφεται σημαντική αύξηση τιμών, που σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ, είναι κατά μέσο όρο συνολικά για την περίοδο 10% και σύμφωνα με την trivago, τον Ιούνιο πάντα, είναι στο 35%. Το ερώτημα είναι το εξής: Ύστερα από έξι χρόνια καθίζησης των τιμών στην πρωτεύουσα, ποιο ποσοστό θεωρείται παράλογο ως προς την αύξηση των τιμών και ποιος καθορίζει αυτόν τον χαρακτηρισμό; Φέτος, υπήρχαν μέρες στην Αθήνα, κατά τις οποίες τα διαθέσιμα δωμάτια ήταν ελάχιστα. Η τιμή διάθεσής τους, είναι θέμα επιχειρηματικής πρακτικής αλλά και της επιχειρηματικής παιδείας του καθενός.
Η οποία “επιχειρηματική παιδεία”, τελικά, είναι και η έννοια-κλειδί, σε όλη αυτήν τη συζήτηση. Και είναι ευνόητο, ότι το φλέγον θέμα του εσωτερικού τουρισμού, το οποίο διασυνδέεται με σοβαρές κοινωνικές διαστάσεις, χρήζει μελετημένης και συντονισμένης προσέγγισης.
Δεν είναι, όμως, μόνον τα ξενοδοχεία που συνθέτουν το παζλ των τιμών στον Τουρισμό. Και σε αυτά τα άλλα παιδία, απλώς αναπαράγουμε τη δήλωση του επικεφαλής του ΣΔΟΕ ότι το κράτος φέτος αδυνατεί να ελέγξει την αγορά γιατί είναι σφόδρα υποστελεχωμένο.
Επιπρόσθετα, δεν είδαμε κάποια παρέμβαση για τις τιμές σε άλλους τομείς, όπως η ακτοπλοίας. Και θα θέλαμε πολύ μία τέτοια παρέμβαση ή και εξήγηση, έστω, στο γιατί μία τετραμελής οικογένεια με ΙΧ, π.χ. για να κατέβει με πλοίο στην Κρήτη, πρέπει να πληρώσει γύρω στα 400-450 ευρώ.
Αυτά προς το παρόν.
Tourism Lobby